30 Δεκεμβρίου 2010

Black Swan [Μαύρος Κύκνος] review

image

Μετά την τεράστια κριτική επιτυχία του The Wrestler, η οποία παρεμπιπτόντως με βρίσκει τελείως αντίθετο, ο Darren Aronofsky επιστρέφει με το Black Swan, παρουσιάζοντας το μπαλέτο όπως δεν το έχουμε ξαναδεί ποτέ.

Ο κεντρικός χαρακτήρας του Μαύρου Κύκνου είναι η Nina, μια επαγγελματίας μπαλαρίνα που έχει περάσει την πρώτη νιότη και αγωνιά αν θα καταφέρει να γίνει πρίμα. Η αποχώρηση της Beth, προηγούμενης πρώτης του μπαλέτου, της δίνει την ευκαιρία να πάρει τη θέση της και θέλει να κάνει τα πάντα για να την κερδίσει. Το έργο που ανεβάζει ο σκηνοθέτης Thomas Leroy είναι η Λίμνη των Κύκνων, με την πρίμα να πρέπει να χορέψει δύο εντελώς διαφορετικούς ρόλους, την αθώα καλοκάγαθη Odette αλλά και την άγρια, διεκδικητική Odile. Η υπερβολική υπακοή της στην τεχνική την κάνει ιδανική ως λευκό κύκνο αλλά όχι και για τον μαύρο που απαιτεί μεγαλύτερη ελευθερία. Μέχρι που η Lily, μια νεαρή μπαλαρίνα με σχετικά έξαλλη ζωή, εντελώς αντίθετη στην απόλυτη επαγγελματική αφοσίωση της Nina έρχεται να διεκδικήσει το ρόλο και μια περίεργη ανταγωνιστική, άρρωστη φιλία αναπτύσσεται μεταξύ των δύο γυναικών που θα φέρει την Nina στα όρια της.

image

Μετά το αποτυχημένο Wrestler, που δε κατάφερε να με συγκινήσει σε κανένα σημείο του και με κανένα τρόπο, έρχεται το Black Swan να μου υπενθυμίσει γιατί λάτρεψα τον Aronofsky τόσο φυσικά στο Requiem for a Dream αλλά και στο Fountain που τόσο πολύ υποτιμήθηκε, έστω και αν δεν καταφέρνει να φτάσει τα δυσθεώρητα ποιοτικά επίπεδα των προαναφερομένων ταινιών.

Με αφορμή τον επαγγελματικό ανταγωνισμό, παρακολουθούμε ένα διαστοφικό εφιαλτικό παραμύθι που εντυπωσιάζει με τον τρόπο που παίζει με την όραση και την συναισθηματική μας αντίληψη. Προσθέτοντας το στοιχείο του υπερφυσικού, μας δελεάζει να μπούμε σε άλλα μονοπάτια σκέψης ενώ ταυτόχρονα αγνοεί την κακή συνήθειά μας του να θέλουμε να καταλάβουμε τι πραγματικά συμβαίνει. Στο Black Swan εκτιμάς αυτό που βλέπεις εκείνη τη στιγμή, τα σημάδια στη πλάτη της Nina, το βραδινό της ξέσπασμα με την Lily μέχρι την πλήρη κατάρρευσή της, όλα στο όνομα ενός πρωταγωνιστικού ρόλου υπό την ασφυκτική πίεση της μητέρας που πιέζει τη κόρη της να πετύχει ότι δε πέτυχε εκείνη. Με αποκορύφωμα δύο αισθησιακά και βίαια σεκάνς στο δεύτερο μισό της ταινίας, όσο και να προσπαθούμε, δε μπορούμε να ξεκολλήσουμε τα μάτια μας από το δημιούργημα του Aronofsky.

image

Στο δεύτερο μισό της ταινίας, είπα; Δυστυχώς ναι, αφού το πρώτο μισό είναι υποτονικό, εισαγωγικό με αρκετά μεγάλες σκηνές προβών μπαλέτου που μπορεί να επιδεικνύει τη δουλειά που έριξε η Natalie Portman αλλά ταυτόχρονα κουράζει αρκετά σε σημείο που απορείς και ελπίζεις κάποια στιγμή να δεις αυτό που περιμένεις, ή μάλλον αυτό που δεν περιμένεις. Έστω και αργά, η Mila Kunis κάνει την είσοδό της και η άγρια ομορφιά του μαύρου κύκνου βγαίνει στην επιφάνεια.

Από πολλούς, το Black Swan θεωρείται ήδη από τα πιο δυνατά άλογα στη κούρσα των Όσκαρ, και μάλιστα σε αρκετές κατηγορίες και δεν έχουν άδικο. Με μια γρήγορη σκέψη, πέντε υποψηφιότητες για καλύτερη ταινία, καλύτερη σκηνοθεσία, α’ και β’ γυναικείου αλλά και του υποτιμημένου Vincent Cassel στο β’ ανδρικού, είναι πολύ πιθανές και απολύτως δικαιολογημένες. Αν θα πόνταρα σε κάποιο από αυτά, δε ξέρω αφού ακόμα και η Portman που έπεισε και τους πιο άπιστους, δεν ήταν αλάνθαστη με ελάχιστες μεν σκηνές, όπου όμως η ερμηνεία της έπεφτε σε σχετικά χαμηλά επίπεδα. Προσωπικό πουλέν, η Mila Kunis που μετά την εξαιρετική ερμηνεία ως την πιο πολυδιάστατη χαζούλα που έχω δει στο The Book of Eli, εδώ για μια ακόμη φορά εντυπωσιάζει με την απλότητά και την αυθεντικότητά της.

image

Μισή ταινία μέτρια και μισή ταινία αριστούργημα, δύσκολο να βγάλεις ένα μέσο όρο, όμως σίγουρα το δεύτερο μέρος είναι πραγματικά τόσο καλό που αποζημιώνει και, εν μέρη, δικαιολογεί τον σχεδόν ακριβή 50-50 διαχωρισμό της ταινίας, θέλοντας να τονίζει ακόμα περισσότερα τις δύο πλευρές του ίδιου ανθρώπου, το alter ego, το λευκό και τον μαύρο κύκνο. Για δεύτερη συνεχόμενη φορά, ο Aronofsky δε καταφέρνει να μου αποσπάσει το χαρακτηρισμό αριστούργημα αλλά βρίσκεται πραγματικά πάρα πολύ κοντά.

Και ένα ρητορικό ερώτημα για το τέλος. Μετά από μια τέτοια ταινία, τι να περιμένω από το Wolverine 2; Ας μου απαντήσει κάποιος…

7/10

 

26 Δεκεμβρίου 2010

Despicable Me [Εγώ, ο Απαισιότατος] review

image

Μετά την Pixar, τη Dreamworks, τη Blue Sky, έρχεται ακόμα μία εταιρία για να μπει σε αυτό το μαραθώνιο τεχνολογίας και δημιουργικότητας των τρισδιάστατων κινουμένων σχεδίων. Η Illumination Entertainment δημιουργήθηκε από πρώην στελέχη της Dreamworks και της Fox και ξεκινάει τον αγώνα με το Despicable Me, τη πρώτη ταινία κινουμένων σχεδίων με πρωταγωνιστή έναν αντιήρωα, έναν κακό.

image

Ο Gru είναι ένας κακός, ένας κλέφτης, ένας villain που εδώ και χρόνια προσπαθεί να γίνει ο διασημότερος κακός αλλά όλο πέφτει σε γκάφες και τα θαλασσώνει. Ένας νέος κακός, ο Vector, κάνει την εμφάνισή του, κλέβει μια πυραμίδα της Αιγύπτου και κερδίζει στην άτυπη μάχη του καλύτερου κακού. Φυσικά ο Gru δε τα παρατάει και βάζει σκοπό να κλέψει το φεγγάρι! Για να τα καταφέρει όμως θα αναγκαστεί να ζητήσει τη βοήθεια τριών ορφανών κοριτσιών τα οποία και θα υιοθετήσει. Μπορεί στην αρχή να τους φέρεται σαν κατοικίδια αλλά γρήγορα τα αξιαγάπητα κορίτσια θα πάρουν τον έλεγχο αλλά και τα μυαλά του Gru που όμως έχει να εκτελέσει και σχέδιό του.

Η πρωτοτυπία του κακού στο πρωταγωνιστικό ρόλο είναι ιδιαιτέρως πετυχημένη και δίνει μια αρκετά διαφορετική διάσταση σε μια απλοϊκή μεν, πολύ διασκεδαστική και ευαίσθητη δε, ιστορία. Το πρόβλημα είναι όμως ότι ο Gru δεν είναι ιδιαίτερα αστείος, κάτι που κάνει το πρώτο μέρος της ταινίας, μέχρι να μπουν τα κορίτσια στη ζωή του, ελαφρώς αδιάφορο πέφτοντας όλο το βάρος στα απίστευτα αστεία minions (βοηθοί) που με τις αδιανόητες γκάφες τους και την ξεκαρδιστική γλώσσα τους, προσπαθούν να κρατήσουν το ενδιαφέρον μας. Αυτή η αδυναμία του Gru, αλλά και του έτερου κακού Vector, γίνεται αντιληπτή σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, με οποιαδήποτε σκηνή που απουσιάζουν τα κορίτσια ή τα minions είναι αδιανόητα βαρετή. Μου έκανε εντύπωση πως μέσα σε ένα λεπτό, στη μία στιγμή να ξεκαρδίζομαι στα γέλια και την επόμενη να κοιτάω το ρολόι για να δω πόση ώρα έχει μείνει ακόμα.

image

Συνολικά, το Despicable Me είναι μια, ασυνεχώς μεν, ιδιαιτέρως διασκεδαστική ταινία δε, που προσφέρει άφθονο γέλιο με τους ξεκαρδιστικούς δεύτερους χαρακτήρες της, με καλοδουλεμένο το στοιχείο της ευαισθησίας χωρίς να προκαλεί τις μεγαλύτερες ηλικίες προσπαθώντας να περάσει διάφορα μηνύματα, και σίγουρα μια αξιοπρεπέστατη πρώτη προσπάθεια της Illumination που αφήνει πολλές υποσχέσεις για το μέλλον.

6,5/10

 

25 Δεκεμβρίου 2010

Scott Pilgrim vs. the World [Ο Σκοτ Πίλγκριμ Εναντίον των 7 Πρώην] review

image

Μπορεί να μην είναι ο πιο γνωστός Βρετανός σκηνοθέτης αλλά με τις συνεργασίες του με τους Simon Pegg και Nick Frost στα Shaun of the Dead και Hot Fuzz, ο Edgar Wright έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο fanbase και αυτό θέλησε να εκμεταλλευτεί στη πρώτη του προσπάθεια στην άλλη μεριά του Ατλαντικού με το Scott Pilgrim vs. the World.

image

Ο Scott Pilgrim είναι ένας 23χρονος νέος, ελαφρώς loser που προσπαθεί να γίνει διάσημος με το συγκρότημα που έχει με τους φίλους του από το σχολείο. Τα αισθηματικά του δεν είναι και στη καλύτερη κατάσταση μετά από μια μεγάλη χυλόπιτα που έφαγε πριν ένα χρόνο και ξεγελάει τον εαυτό του με την 17χρονη Knives. Μέχρι που γνωρίζει την Ramona Flowers, την κοπέλα των ονείρων του και κάνει τα πάντα για να την κατακτήσει. Αυτό που δε ξέρει όμως είναι ότι η Ramona έχει 7 διαβολικούς πρώην, που πρέπει να νικήσει για να την κερδίσει. Η ταινία βασίζεται στην ομώνυμη σειρά graphic novels του Bryan Lee O'Malley.

Το Scott Pilgrim είναι ένα geeky homage στην 8μπιτη εποχή και το επιδεικνύει σε κάθε δευτερόλεπτο. Προφανώς δε βασίζεται στο σενάριο του το οποίο είναι ένα υπεραπλουστευμένο geeky-boy-loves-cool-girl, love story ώσπου ξαφνικά γίνεται…Street Fighter! Το εύρημα των 7 διαβολικών πρώην γκόμενων είναι το όχημα για μερικές εξαιρετικά εντυπωσιακές, γεμάτες από tributes σε κλασσικά games, μάχες διαφόρου τύπου από sword play μέχρι battle of the bands οι οποίες πραγματικά εξαντλούν τη δημιουργικότητα του σκηνοθέτη. Κερδισμένοι πόντοι και +1 ζωές, bonus όπλα και level up, VS screens μέχρι και αυθεντικά κέρματα που αφήνει πίσω το πτώμα του κάθε ηττημένου πρώην. Οπτικό υπερθέαμα με εξαιρετικά εφέ, όμως αυτό δε φτάνει.

image

Με τη πρώτη ματιά, ο Michael Cera είναι ιδανικός για το ρόλο αφού για ν-οστή φορά παίζει ακριβώς τον ίδιο ρόλο, αλλά και μόνο αυτό θα έπρεπε να κάνει το σκηνοθέτη να ψάξει λίγο περισσότερο αφού δεν αντέχουμε να βλέπουμε τον ίδιο αχώνευτο (ατάλαντο;) ηθοποιό να υποδύεται τον ίδιο ακριβώς χαρακτήρα ξανά και ξανά και ξανά, Ήμαρτον. Δυστυχώς το κακό δε σταματάει εκεί αφού και η Mary Elizabeth Winstead που υποδύεται την Ramona δεν είναι και το μεγαλύτερο ταλέντο ενώ σε όλη τη διάρκεια μας γίνεται αρκετά αντιπαθητική με αποτέλεσμα το κεντρικό love story να πάει περίπατο. Αντιθέτως υπάρχουν εξαιρετικά ενδιαφέροντες δευτερεύοντες χαρακτήρες όπως η αδερφή του Scott, Anna Kendrick, η πρώην γκόμενα, νυν ντράμερ του συγκροτήματος Alison Pill, και κυρίως ο Kieran Culkin στον καλύτερο, αλλά δυστυχώς υπερβολικά μικρό, ρόλο της ταινίας που δίνει ρεσιτάλ σαν γκέι συγκάτοικος του Scott που με την κυνικότητά αλλά και τον αυθορμητισμό του θυμίζει κάτι ανάμεσα σε Gregory House και Τζάμπα.

Επαναλαμβάνοντας τη φράση προ δύο παραγράφων, το Scott Pilgrim είναι ένα geeky homage στην 8μπιτη εποχή. Ξεκινάει απίστευτα διασκεδαστικά, ενθουσιάζεσαι και όσο προχωράει το μόνο που κάνει είναι να επαναλαμβάνεται πηγαίνοντας απλά από μάχη σε μάχη. Ο ενθουσιασμός σιγά σιγά καταλαγιάζει, λίγο αργότερα προσπαθείς να το κάνεις να σου αρέσει και στο τέλος απλά περιμένεις πως και πως για να τελειώσει. Το καινούριο σούπερ-ντούπερ video game μόλις ήρθε στο ουφάδικο της γειτονιάς σου και πάς με τον κολλητό σου για να το απολαύσετε, ξεκινάει πρώτος αυτός, τον βλέπεις να παίζει, ενθουσιάζεσαι με τα γραφικά, τις κινήσεις και περιμένεις τη σειρά σου αλλά αυτός έχει πάααρα πολλά κέρματα, συνεχίζει συνεχίζει, ελπίζεις να σταματήσει, συνεχίζει και μετά από ώρα καταλήγεις να βγεις έξω και να παίζεις φιδάκι στο κινητό…μπήκατε στο νόημα.

image

Για κάποιους, το να πω ότι το Scott Pilgrim είναι στο ίδιο επίπεδο με τις προηγούμενες ταινίες του, θα είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό αλλά έχοντας προσωπικά απογοητευτεί από εκείνες, περίμενα κάτι καλύτερο αλλά δυστυχώς, και αυτό βρίσκεται στα ίδια μέτρια επίπεδα, ίσως και λίγο χαμηλότερα…

5,5/10

 

21 Δεκεμβρίου 2010

Repo! The Genetic Opera [Φονική Συναλλαγή] review

image

Όταν πριν λίγους μήνες, βγήκε στις αίθουσες το Repo Men, πολλοί πίστευαν ότι ήταν κάποιου είδους remake ή sequel της (θεωρητικά) cult ταινίας Repo, The Genetic Opera που κυκλοφόρησε λίγα χρόνια πριν. Τελικά αποδείχτηκε ότι οι δύο ταινίες δεν έχουν απολύτως καμία σχέση, εκτός του ότι έχουν ΑΚΡΙΒΩΣ το ίδιο κεντρικό concept, έστω και αν το τελικό αποτέλεσμα είναι τελείως διαφορετικό.

Το Repo, είναι βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό που ανέβηκε το 2001 από τους ίδιους ακριβώς δημιουργούς με την κινηματογραφική ταινία, δηλαδή τους σεναριογράφους Darren Smith και Terrance Zdunich και τον σκηνοθέτη των Saw 2-4, Darren Lynn Bousman. Μετά την επιτυχία του Saw II, ο Bousman προσπάθησε άμεσα να μεταφέρει το θεατρικό στο μεγάλη οθόνη, γυρίζοντας μάλιστα το 2006 μια ταινία μικρού μήκους προσπαθώντας να πείσει τους παραγωγούς. Τελικά τα κατάφερε μετά το Saw IV, όταν και επιτέλους ξεκίνησε η παραγωγή του Repo.

image

Η κεντρικό θέμα των τεχνητών οργάνων και των Repo Men που αναλαμβάνουν να πάρουν πίσω, με κάθε βίαιο τρόπο, τα όργανα από αυτούς που δεν καταφέρνουν να πληρώσουν τις δόσεις τους, είναι ακριβώς ο ίδιος με αυτός που είδαμε στο Repo Men. Όμως το Genetic Opera έχει επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά σε “οικογενειακές ιστορίες” και όχι στη δράση και την εξέλιξη της πλοκής. Μια 17χρονη ονόματι Shilo Wallace με μια περίεργη ασθένεια στο αίμα της που ζει σχεδόν φυλακισμένη στο δωμάτιό της για να μην εκτεθεί σε κινδύνους, ο πατέρας της και η περίεργη ιστορία του θανάτου της γυναίκας του, ο Rotti Largo, ιδρυτής της GeneCo, εταιρίας που δημιουργεί τα τεχνητά όργανα που αργοπεθαίνει, τα τρία “περίεργα” παιδιά του που θέλουν να τον κληρονομήσουν, η Blind Mag, μια τραγουδίστρια με τεχνητά μάτια και όλα αυτά δένονται στην μεγάλη τελευταία Όπερα όπου όλα ξεκαθαρίζουν.

Το Repo, δε μας παραπλανεί με τον τίτλο του, αφού είναι όντως μια ροκ όπερα. Δεν υπάρχει σχεδόν ούτε γραμμή διαλόγου που να μην ερμηνεύεται τραγουδιστά…δυστυχώς. Δεν είμαι γνώστης των “κανόνων” των όπερας αλλά, λανθασμένα, περίμενα κάτι πιο τυπικό, ένα μιούζικαλ, με πλήθος ροκ τραγουδιών μεν αλλά και και την απαραίτητη πρόζα, κάτι που δυστυχώς δεν υπήρχε ενώ μερικά σημεία με ολιγόλεκτους διαλόγους ήταν πραγματικά τραγικά αφού δε μπορούσαν με τίποτα να συνδυαστούν με τη μουσική και να αποκτήσουν αρμονία. Αλλά δε πήγαμε ακόμη στα χειρότερα…

image

Το Repo, έχει το σεναριακό παράδοξο να μην έχει ενδιαφέρον το μέλλον αλλά το παρελθόν. Ολόκληρη η πρώτη ώρα της ταινίας αναλίσκεται στο να παρουσιάζει το παρελθόν των πολλών πρωταγωνιστών της κάτι που είναι θετικό, πρώτον γιατί το “παρελθόν” είναι πολύ πιο καλογυρισμένο και με περισσότερο ενδιαφέρον από το παρόν και το μέλλον που ουσιαστικά ξέρουμε λίγο-πολύ τι θα συμβεί αλλά κυρίως γιατί απουσιάζει για μεγάλα χρονικά διαστήματα από τις οθόνες μας η βασική πρωταγωνίστρια Shilo Wallace ή πιο σωστά η παντελών ατάλαντη, άφωνη και άρρυθμη Alexa Vega. Πραγματικά δε μπορώ να φανταστώ ότι η συγκεκριμένη “ηθοποιός”, ο θεός να την κάνει, πέρασε από οποιαδήποτε οντισιόν, τραγούδησε, έπαιξε και την επέλεξαν. Είναι, θεωρητικά, το πιο εμπορικό όνομα του cast αλλά χαντακώνει στο μέγιστο βαθμό μια ήδη μέτρια ταινία. Βέβαια, δε φταίει μόνο η Vega αφού τα περισσότερα τραγούδια όπως και οι περισσότεροι ηθοποιοί, με φωτεινή εξαίρεση τους Anthony Head και Sarah Brightman- ναι, τη γνωστή τραγουδίστρια, είναι κατώτατου επιπέδου, δεν ταιριάζουν οι στίχοι με τη μουσική, δε μπορούν να συγχρονιστούν οι ηθοποιοί και οι ερμηνείες, σωματικές και φωνητικές, είναι πραγματικά η μία (Paris Hilton) χειρότερη από την άλλη (Paul Sorvino).

image

Σεναριακά, το Genetic Opera έχει πολύ πιο ενδιαφέρουσα εξέλιξη από το Repo Men αλλά είναι πραγματικό κατόρθωμα να αντέξεις να το δεις μέχρι το τέλος. Φτηνιάρικη παραγωγή, κουραστικά τραγούδια, βασανιστικές ερμηνείες και η Alexa Vega, κερασάκι στη τούρτα. Μα, τι δουλειά έχει η Alexa Vega από το Spy Kids σε μια ροκ όπερα, εξηγείστε μου! Προτείνεται μόνο για λίγους, για πολύ λίγους…

3,5/10

 

18 Δεκεμβρίου 2010

The Joneses [Μια Οικογένεια... Ψώνιο] review

image

Υπάρχουν μερικές απλές ιδέες που όταν τις βλέπεις σε μια ταινία, απορείς πως είναι δυνατόν να μη το σκέφτηκε κάνεις άλλος μέχρι τώρα. Πάνω σε μια τέτοια ιδέα βασίστηκε και το Joneses, που θέλει να μας παρουσιάσει μια, κατά βάθος, ρομαντική κομεντί, σε συσκευασία κοινωνικής σάτιρας.

Οι οικογένεια των Joneses αποτελείται από 4 επαγγελματίες πλασιέ. Σκοπός τους είναι η “αόρατη διαφήμιση” επιδεικνύοντας τα υπάρχοντά τους στο κοινωνικό τους περίγυρο με σκοπό την έμμεση διαφήμιση τους και την άνοδο των πωλήσεων. Φυσικά οι Steve, Kate, Jenn και Mick, δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους και προσλαμβάνονται σαν ομάδα για να παραστήσουν την ιδανική οικογένεια, κάτι που φυσικά έχει τα επακόλουθα που λίγο πολύ περιμένουμε.

image

Κρυφοί έρωτες, τύψεις για την ηθική του επαγγέλματός τους και την προώθηση του καταναλωτισμού αλλά κυρίως το γεγονός ότι ζουν ένα ρόλο, χωρίς να ξέρει σχεδόν τίποτα ο ένας για τον άλλον. Οι τέσσερις πρωταγωνιστές πρέπει να κρύβουν τα πάντα για το πραγματικό τους εαυτό αλλά αυτό όπως είναι κατανοητό, θα καταρρεύσει και ως επαγγελματίες πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες.

Η μεγαλύτερη επιτυχία της ταινίας είναι είναι το πρωταγωνιστικό κουαρτέτο με τους David Duchovny, Demi Moore, Amber Heard και Ben Hollingsworth να πείθουν απόλυτα στο ρόλο τους και να δίνουν το απαραίτητο βάθος στους χαρακτήρες τους ώστε να μη μοιάζουν χάρτινοι. Όμως το όλο “κεντρικό” θέμα του υπερκαταναλωτισμού περνάει τελείως αδιάφορα αυτοακυρώμενο από τη σεναριακή απόφαση να βάλουν την “οικογένεια” να πουλήσει τα προϊόντα τους σε πάμπλουτους. Όσο για την ουσία της, αυτή είναι μια απλή ρομαντική κομεντί με δυο αγνώστους που δε πρέπει να ερωτευτούν αλλά, ωωω, τι έκπληξη ερωτεύονται. Χωρίς υπερβολή, ξέρεις τι ακριβώς θα γίνει από τη πρώτη μέχρι τη τελευταία στιγμή με μικρές πινελιές πρωτοτυπίας που όμως δε προσθέτουν τίποτα στο τελικό αποτέλεσμα. Αποκορύφωμα το εμετικά Hollywoodιανό φινάλε που σε κάνει να παρακαλάς να είχε κοπεί στο μοντάζ.

image

Δε μπορώ να πω ότι ήταν μια κακή ταινία, κυρίως λόγω των πρωταγωνιστών της που είναι άψογοι στους ρόλους τους, αλλά μετά από ένα εύπεπτο 90λεπτο, μάλλον δε πρόκειται να ξαναμιλήσεις ποτέ για το The Joneses.

5,5/10

 

13 Δεκεμβρίου 2010

Rabbit Hole review

image

Ο Τεξανός σκηνοθέτης John Cameron Mitchell μετά τα Shortbus και κυρίως το Hedwig and the Angry Inch θεωρήθηκε ένας από τους πιο ραγδαία ανερχόμενους ανεξάρτητους  αμερικάνους κινηματογραφιστές, με τονισμένο το ανεξάρτητος, αφού με τις μέχρι τώρα προκλητικές επιλογές του δε μπορούσαμε καν να τον φανταστούμε να κάνει κάτι πιο “τυπικό”. Με το Rabbit Hole, αν και παραμένει στα πεδία του ανεξάρτητου, καταπιάνεται με κάτι τελείως διαφορετικό, τόσο θεματικά όσο και οπτικά.

image

Το σενάριο της ταινίας είναι βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό έργο του David Lindsay-Abaire, ο οποίος έγραψε και το σενάριο της ταινίας, και στο παρελθόν μας έχει δώσει τα Inkheart και Robots. Πραγματική στροφή 180 μοιρών στις επιλογές του! Όσο για την ιστορία, σε αυτή παρακολουθούμε το ζευγάρι των Becca και Howie να προσπαθεί να ανταπεξέλθει στο ξαφνικό θάνατο του μικρού γιου τους όταν τον χτύπησε αυτοκίνητο ακριβώς έξω από το σπίτι τους.

Όπως είναι προφανές, ουσιαστική σεναριακή εξέλιξη δεν υπάρχει αλλά αυτό δε σημαίνει ότι της λείπει και η πλοκή. Όχι τουλάχιστον τόσο πολύ όσο μπορεί κάποιος να φανταστεί για μια τέτοια στατική ταινία. Ο εντελώς διαφορικός τρόπος που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν ο καθένας τους την απώλεια του γιου τους, η προσπάθεια της μητέρας να ξεχάσει ενώ ταυτόχρονα δε θέλει να προχωρήσει τη ζωή της, αντίθετα με τον πατέρα που θρηνεί με τον δικό του τρόπο, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τη ψυχολογική του κατάσταση και να κοιτάξει μπροστά είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα.  Όμως παρά τη μικρή διάρκεια της ταινίας, τα ενδιαφέροντα σημεία της δεν είναι αρκετά για να την γεμίσουν με αποτέλεσμα να έχουμε μια κουραστική και ανούσια μισάωρη εισαγωγή που κανονικά θα είχε σκοπό να μας βάλει στη σωστή ψυχολογία αλλά αποτυγχάνει παταγωδώς και μια δυο δευτερεύουσες ιστορίες όπως η αδερφή που συνεχώς δημιουργεί προβλήματα και αργότερα μένει έγκυος, αλλά και ο ημιαλκοολισμός της γιαγιάς είναι κάποια από τα στοιχεία που μοιάζουν να έχουν προστεθεί τελευταία στιγμή και δε προσφέρουν απολύτως τίποτα στην ιστορία.

image

Το Rabbit Hole είναι ένα οικογενειακό δράμα (αλλά σε καμιά περίπτωση μελόδραμα) που μπορούσε και έπρεπε να σε βάλει ψυχολογικά στη θέση των χαρακτήρων αλλά απέτυχε. Σχεδόν σε καμιά στιγμή δε μπαίνεις στο κόπο να συμπάσχεις μαζί τους, αντιθέτως τους παρακολουθείς σαν αδιάκριτος γείτονας παρά την αξιόλογη προσπάθεια και των τριών πρωταγωνιστών Nicole Kidman, Aaron Eckhart και Dianne Wiest που είναι εξίσου καλοί αλλά όχι οσκαρικού επιπέδου, όπως έχει ήδη ακουστεί. Ενδιαφέρον σενάριο, πολύ καλή σκηνοθεσία, εξαιρετικές ερμηνείες αλλά…το γλυκό δεν έδεσε όπως πιθανώς να έδεσε στο σανίδι, εξού και η μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη.

6/10

 

12 Δεκεμβρίου 2010

London River [Το Ποτάμι Ανάμεσα] review

image

Ο 7η Ιουλίου 2005 χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως η 11η Σεπτεμβρίου της Ευρώπης. Η 4πλη βομβιστική επίθεση σε 4 συρμούς του μετρό και ένα λεωφορείο στο Λονδίνο ταρακούνησε για τα καλά όχι μόνο τους Βρετανούς αλλά σχεδόν ολόκληρη την Ευρώπη. Κινηματογραφικά, το θέμα δεν είχε καταπιαστεί, ίσως επειδή τα γεγονότα είναι αρκετά πρόσφατα. Το London River, βασισμένο σε αυτά τα γεγονότα, μας παρουσιάζει, μέσω μιας παράπλευρης ιστορίας, ένα ήπιων τόνων δράμα που όμως έχει να πει πολλά περισσότερα απ’ όσα αρχικά δείχνει.

image

Η Elisabeth είναι μια νοικοκυρά αγρότισσα που ζει στο μικρό νησί του Guernsey. Όλη της η ζωή είναι ο κήπος και τα ζώα της. Η 20χρονη κόρη της Jane σπουδάζει στο Λονδίνο και έχουν σχετικά τακτική, έστω και τυπική, επικοινωνία. Βλέποντας στις ειδήσεις τις βομβιστικές επιθέσεις, προσπαθεί να επικοινωνήσει μαζί της για να μάθει αν είναι καλά αλλά χωρίς να πάρει απάντηση. Έτσι παίρνει την απόφαση να πάει να τη βρει στο Λονδίνο. Εκεί ανακαλύπτει μια κοινωνία που την τρομάζει, γεμάτη αλλοδαπούς και αλλόθρησκους, αλλά και τη άγνωστη ζωή της κόρης της, την οποία ακόμα δε μπορεί να βρει. Ταυτόχρονα, ο Ousmane, ένας μεγαλόσωμος Αφρικανός ψάχνει το γιο που έχει να δει από παιδί και φοβάται ότι μπορεί κάτι να του συνέβη, και οι δρόμοι των δύο γονιών συναντιούνται σε κάθε τους βήμα.

image

Ο Γαλλοαλγερινός σκηνοθέτης Rachid Bouchareb (γνωστός από το πολυβραβευμένο Days of Glory) χρησιμοποιεί ένα αληθινό γεγονός για να φέρει σε σύγκρουση δυο τελείως διαφορετικούς αλλά και ολόιδιους χαρακτήρες. Μπορεί το φαίνεσθαι του London River να είναι η προσπάθεια της μάνας να βρει που είναι η κόρη της αλλά η ουσία είναι η ανάδειξη της ξενοφοβίας. Δύο άνθρωποι από τελείως διαφορετικά μέρη του πλανήτη, ο ένας μεγαλόσωμος και τρομακτικός αλλά τόσο τρομαγμένος και γεμάτος ενοχές για την απουσία του από τη ζωή του γιου τους και μια αγρότισσα που ξαφνικά από τα χωράφια του νησιού της βρίσκεται ανάμεσα σε μαύρους, Πακιστανούς, Μουσουλμάνους και η ξενοφοβία της βγάζει το χειρότερό της εαυτό.

Το London River, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων δε πέφτει στη παγίδα του μελοδράματος, αφού ούτως ή άλλως δεν είναι αυτός ο σκοπός του, παρά μόνο το όχημα για να παρουσιάσει το πραγματικό πρόβλημα. Παρά την ουσιαστική παρουσία πλοκής, η σχεδόν παγωμένη αλλά ταυτόχρονα απελπισμένη προσπάθεια της Elisabeth να βρει την κόρη της, έχει εξαιρετικό ρυθμό και όχι μόνο δε κουράζει αλλά αυξάνει την αγωνία λεπτό προς λεπτό. Οι εξαιρετικά ανεπτυγμένοι κεντρικοί χαρακτήρες, η Elisabeth και ο Ousmane, ερμηνεύονται από δύο κατ’ εξοχήν θεατρικούς ηθοποιούς την Αγγλίδα Brenda Blethyn και τον Sotigui Kouyaté απ’τη Μπουρκίνα Φάσο και μας χαρίζουν μερικές ιδιαιτέρως ρεαλιστικές αλλά και ανθρώπινα σκληρές σκηνές με τον Kouyaté να κλέβει τη παράσταση, στον τελευταίο ρόλο της ζωής του.

image

Το London River ήταν για μένα μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις της χρονιάς. Συναισθηματικά και σεναριακα ολοκληρωμένη, χωρίς ανεπιθύμητες εξάρσεις μελοδράματος, με μικρά μειονεκτήματα όπως το η υπερβολικά απότομη τραγική ειρωνεία στο τέλος και κάποιες παραφωνίες στην ερμηνεία της Blethin που όμως σε καμιά περίπτωση δεν αμαυρώνουν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες Βρετανικές ταινίες της χρονιάς.

7/10

 

8 Δεκεμβρίου 2010

Hierro [Αγνοείται] review

image

Λίγες μέρες πριν δω το Hierro, το ανέφερα σε έναν φίλο και αυθόρμητα μου είπε, Ισπανικό θρίλερ, πόσο κακό μπορεί να είναι… Κάπου εκεί συνειδητοποίησα ότι η Ισπανική κινηματογραφική βιομηχανία έχει πάρει μια πραγματικά πολύ υψηλή θέση στις προτιμήσεις μας, συνειδητά ή ασυνείδητα. Που να ‘ξερα όμως τι με περίμενε…

image

Η María παίρνει τον 5χρονο γιο της και πάνε διακοπές στο Hierro, το μικρότερο νησί των Καναρίων νήσων. Όμως πάνω στο φέρυ, ο μικρός εξαφανίζεται μυστηριωδώς. Οι έρευνες σε όλο το πλοίο αλλά και στο νησί δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα και η María πέφτει σε κατάθλιψη. Τρία χρόνια αργότερα, και όντας ακόμα σε κάκιστη ψυχολογική κατάσταση λαμβάνει ένα τηλεφώνημα ότι βρήκαν το πτώμα ενός μικρού αγοριού και πρέπει να έρθει στο νησί για αναγνώριση. Η Maria όμως δεν αναγνωρίζει το πτώμα ως τον γιο της και έτσι πρέπει να μείνει στο νησί ώστε να αποδειχθεί και με τεστ DNA. Περιμένοντας αυτές τις μέρες, η María (νομίζει ότι;) βλέπει τον γιο της σε μια ερημική παραλία και ξεκινάει να ακολουθεί τα στοιχεία ώστε να βρει τι συμβαίνει και αν αυτός που είδε ήταν όντως ο γιος της.

Κατ’αρχάς, είναι εμφανές και από την ιστορία ότι το Hierro δεν είναι θρίλερ όπως διαφημίζεται. Είναι ένα ψυχολογικό δράμα με πινελιές μυστηρίου που μοιάζουν να μπήκαν μόνο και μόνο για να δρέψουν τις δάφνες των διάσημων Ισπανικών θρίλερ. Η ταινία του Gabe Ibáñez επροσπαθεί να σε πείσει ότι έχει ενδιαφέρουσα ιστορία αλλά δε το καταφέρνει σε κανένα σημείο. Πολύ μεγάλο μέρος της ταινίας βλέπουμε την María να θρηνεί για το γιο της και να κοιτάει το άπειρο και όταν αποφασίζουν ότι πρέπει επιτέλους να προχωρήσει η ιστορία, αυτό γίνεται με το χειρότερο δυνατό τρόπο. Πλήρη απουσία ρυθμού, σκηνοθετικές κινήσεις απελπισίας μπας και ανεβάσει λίγο το ενδιαφέρον που όμως ρίχνει τον πήχη ακόμα πιο χαμηλά και κυρίως σεναριακές ηλιθιότητες με το Η κεφαλαίο, που σε κάνουν να απορείς, “ποιος σκ… το έγραψε αυτό;”.

image

Μπορεί η ερμηνεία της πρωταγωνίστριας να είναι αξιόλογη αλλά αυτό δε φτάνει σε καμιά περίπτωση για να σώσει το Hierro από τον πάτο του ωκεανού. Προσπεράστε το και ξαναδείτε καλύτερα το Ορφανοτροφείο.

3,5/10

 

7 Δεκεμβρίου 2010

Shi (Poetry) [Ποίηση] review

poster

Μία από τις σημαντικότερες ταινίες που παρουσιάζονται στο φετινό, 51ο Φεστιβαλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, είναι το Νοτιοκορεάτικο Shi ενός παλιού γνωστού του ΦΚΘ, του Chang-dong Lee, που τράβηξε τα βλέματα και στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών όπου και κέεδισε το βραβείο καλύτερου σεναρίου.

Παρά τον, ίσως τρομακτικό τίτλο για το πλατύ κοινό, το Poetry είναι μια ανεπανάληπτα ανθρώπινη ταινία που, εμείς οι πιο “εμπορικοί” είχαμε ξεχάσει ότι πραγματικά υπάρχουν και μας υπενθυμίζει ότι οι ταινίες δε πρέπει να βρίσκονται αναγκαστικά βασισμένες στους δύο ακρογωνιαίους λίθους της ζωής, το φόβο και την αγάπη, αλλά σε όλο το φάσμα ανάμεσα.

image

Ο Lee κατάφερε να επαναφέρει στη μεγάλη οθόνη μετά από 15 χρόνια τη βετεράνο πολυβραβευμένη Yoon Jeong-hee χάρη στο εξαιρετικό σενάριό του. Η Jeong-hee υποδύεται την Mi-ja, μια 65χρονη μικροαστή που ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα με τον έφηβο εγγονό της. Παρά τη τραγική οικονομική της κατάσταση, η Mi-ja κάνει τα πάντα για να μη την αποκαλύπτει, πάντα καλοντυμένη και σικ προσπαθεί να τα βγάλει πέρα δουλεύοντας part-time ως οικιακή βοηθός καθαρίζοντας έναν πλούσιο γέρο που λόγω εγκεφαλικού δε μπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί. Με τη μητέρα του εγγονού της και κόρη της να έχει φύγει σε άλλη πόλη, η γιαγιά πρέπει να ανταπεξέλθει στις εφηβικές παραξενιές του εγγονού που έχει ουσιαστικά καταλάβει το σπίτι, αλλά και το Αλτσχάιμερ που κάνει πρώιμα την εμφάνισή του. Ο τρόπος που βρίσκει για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα είναι η ποίηση. Χωρίς ποτέ να είναι ποιήτρια, αποφασίζει να πάει σε ταχύρυθμα μαθήματα ποίησης, βρίσκοντας στους στίχους την ελευθερία που της έχουν αρπάξει η καθημερινότητα και η αρρώστια της. Μέχρι που μαθαίνει ότι για την αυτοκτονία ενός μικρού κοριτσιού ευθύνεται ο εγγονός της και η παρέα του, που την βίαζαν επανειλημμένως επί μήνες. Μη ξέροντας πως να αντιδράσει, η ποίηση θα είναι ακόμα μια φορά η διέξοδός της αλλά οι τύψεις για τις πράξεις του εγγονού της και κυρίως η αδιαφορία του τελευταίου δε μπορούν να την αφήσουν σε ηρεμία. Η προσπάθεια να βρει τα συμφωνηθέντα χρήματα ώστε να αποσιωπηθεί το όλο θέμα την σπρώχνει στα άκρα διαλύοντας την περηφάνια της.

image

Ίσως το πιο αποθαρρυντικό στοιχείο της ταινίας να είναι ο αμφιλεγόμενος τίτλος της που θα απομακρύνει πολλούς από το, έστω να προσπαθήσουν να δουν μια ταινία που λέγεται Ποίηση. Η Ποίηση δεν είναι μια “ποιητική” γενικότητα με αργόσυρτα πλάνα όπως θα φοβηθούν οι περισσότεροι αλλά ένα σιντριβάνι συναισθημάτων που μπορεί να μην έχει τον γνωστό καταιγιστικό ρυθμό των Χολιγουντιανών ταινιών αλλά το νοιώθεις να ξεσπάει ξαφνικά χωρίς να το καταλάβεις, με ανθρώπινα, και όχι κινηματογραφικά, συναισθήματα να σε συνεπαίρνουν.

Η αδιαμαρτύρητη κοινωνική και ηθική κατάρρευση της ντελικάτης ηλικιωμένης που βλέπει ο χρόνος και οι καταστάσεις να στρέφονται εναντίον της και αυτή όχι απλά να μην μπορεί να αντιδράσει, αλλά να μην βρίσκει και κανένα χέρι βοηθείας κάνει την είσοδο των μαθημάτων ποίησης στη ζωή της σχεδόν επιβεβλημένη. Ο καθηγητής τους λέει να δουν τον κόσμο γύρω της όπως δε τον έχουν ξαναδεί, τις ασήμαντες λεπτομέρειες, και παρά την αδυναμίας της να γράψει κάτι δικό της, ανοίγουν οι ορίζοντές της και βρίσκει στα φύλλα ενός δέντρου, σε ένα μήλο, τη βοήθεια που χρειάζεται.

Η αδιαφορία του εγγονού για την πράξη του και κυρίως η κυνικότητα των γονιών των υπολοίπων παιδιών που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι τα κλείσουν τα στόματα της κοινωνίας πληρώνοντας τη μητέρα του θύματος την προσγειώνει απότομα σε μια κοινωνία που δε γνωρίζει αλλά και που δε μπορεί να δραπετεύσει. Κάνει τα πάντα για να βρει τα χρήματα αλλά η γιορτή των υπολοίπων γονιών την φέρνουν στα άκρα. Άκρα που ποτέ δεν εκφράζει, άκρα που δε ξέρουμε αν είναι απογοήτευση, θυμός, στεναχώρια, εκτός από δύο συγκλονιστικές σκηνές, που επιτέλους προσπαθεί να θέσει τον εγγονό της έναντι των ευθυνών του αλλά και την συνάντηση της με τη μητέρα του θύματος.

image

Η ποίηση είναι μια αρκετά δύσκολη ταινία γιατί απλά δε ξέρεις τι να περιμένεις με μεγαλύτερο φόβο την έλλειψη ουσιαστικής ιστορίας και την εξύψωση της ποίησης σε κάτι σχεδόν μαγικό. Τελικά το Poetry με διέψευσε σε πολύ μεγάλο βαθμό και στις δύο φοβίες μου. Είναι μια εκρηκτικά ήσυχη ανθρώπινη ιστορία με την εξαιρετική ερμηνεία της Jeong-hee Yoon πλημυρίζει τη κάθε της σκηνή αλλά και τη σκηνοθεσία του Chang-dong Lee να την εμπλουτίζει οπτικά ώστε να μας παρουσιάσει αυτό το εντυπωσιακό, έστω και με αρκετά όχι-τόσο-σημαντικά μειονεκτήματα, τελικό αποτέλεσμα.

7/10

 

3 Δεκεμβρίου 2010

Bronson review

image

Πολλοί ίσως ξαφνιαστήκατε αλλά και εντυπωσιαστήκατε όταν πριν λίγους μήνες, ανάμεσα στο all-star cast του Inception, ξεχώρισε ο σχετικά άγνωστος Tom Hardy στο ρόλο του Eames, τόσο πολύ ώστε να έχει ήδη υπογράψει και για ρόλο στο Dark Knight Rises. Πως όμως επιλέχτηκε ένας τέτοιος ηθοποιός, ανερχόμενος και με αρκετές και γνωστές ταινίες στο βιογραφικό του όπως Marie Antoinette, Layer Cake και Star Trek: Nemesis μεν, αλλά που όμως προφανώς πέρασε απαρατήρητος στους περισσότερούς μας. Η απάντηση βρίσκεται στο Bronson, την προτελευταία ταινία του Δανού Nicolas Winding Refn (πριν το κάκιστο Valhalla Rising) που έγινε σχετικά γνωστός στο Ευρωπαϊκό κοινό από τη βίαιη τριλογία Pusher.

image

Ο Charlie Bronson γεννήθηκε στην Ουαλία το 1952 με το όνομα Michael Gordon Peterson. Από μικρός το μόνο που του άρεζε ήταν η βία. Χωρίς  πολλές πολλές δικαιολογίες το μόνο που έκανε ήταν να μπλέκει σε καβγάδες. Μόλις στα 19 του μπήκε για πρώτη φορά στη φυλακή για ληστεία στο τοπικό ταχυδρομείο και εκεί ανακάλυψε ότι η φυλακή είναι το δικό του λούνα παρκ αφού εκεί έβρισκε άφθονες ευκαιρίες και θύματα για τη βίαιη μανία του. Η υπερβίαιη συμπεριφορά του και η ανικανότητα του συστήματος να τον ελέγξει τον έφερε σε διάφορα ψυχιατρικά και σωφρονιστικά ιδρύματα όπου φυσικά το μόνο που έκανε ήταν να βρίσκει ευκαιρίες να σαπίζει στο ξύλο συγκρατουμένους και φύλακες, να παίρνει ομήρους και να βανδαλίζει δημόσια περιουσία. Με μια μικρή “διακοπή” 69 ημερών που αφέθηκε ελεύθερος, ο Bronson έζησε και συνεχίζει να ζει όλη του τη ζωή στη φυλακή. Το ίσως απίστευτο στοιχείο του σεναρίου του Bronson είναι ότι πρόκειται για αληθινή ιστορία (με αρκετές βέβαια “κινηματογραφικές” αλλαγές) με τον πραγματικό Charles Bronson να είναι ακόμα έγκλειστος στη φυλακή του Wakefield χωρίς να έχει κάποια ημερομηνία αποφυλακίσεως και να θεωρείται μέχρι σήμερα ο πιο βίαιος εγκληματίας της Βρετανίας.

image

Δεν υπάρχει τίποτα κοινότυπο στο Bronson. Ο σκηνοθέτης πήρε μια σχεδόν απίστευτη αληθινή ιστορία, της άλλαξε τα φώτα ώστε να ταιριάζει στις ιδιαιτερότητές του και μας παρέδωσε ένα σχεδόν σουρεαλιστικό υπερβίαιο παραμύθι παρουσιασμένο με θεατρική αφήγηση και όμοια σκηνοθετικά τρικς, που όντως εντυπωσιάζουν σε μια κινηματογραφική ταινία, αλλά έχασε την ουσία. Το Bronson δεν είναι μια βιογραφία με την κλασσική έννοια του όρου, απλά μας παρουσιάζονται, μερικές από τις σημαντικότερες (κατά το σκηνοθέτη) στιγμές της ζωής του με τον ίδιο στο ρόλο του θεατρικού αφηγητή. Η χρήση αναρίθμητων οπτικών τρικς για να δώσει ένα έντονο στυλιζάρισμα στον οπτικό τομέα σίγουρα εμπλουτίζει το περιτύλιγμα αλλά όταν το περιεχόμενο είναι τόσο επαναλαμβανόμενο με την μόνη ιστορία που ουσιαστικά παρακολουθούμε να είναι τον Bronson να μεταφέρεται από φυλακή σε φυλακή και να ξυλοκοπεί φύλακες, δε μπορεί παρά να κουράσει ανελέητα το θεατή.

Όμως κακά τα ψέματα, ο λόγος που θα δεις και πραγματικά αξίζει να δεις το Bronson είναι η ερμηνεία του Tom Hardy. Αν δε σου πουν ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που είδαμε στο Inception, δε μπορείς να το πιστέψεις, κάτι που είναι προφανές και από την αφίσα. Αυτός ο σικ νεαρός γίνεται ένα πραγματικό κτήνος, σωματικά και πνευματικά. Η ανεξέλεγκτη οργή του αποτυπώνεται σε κάθε του κίνηση, όπως και παντελής απουσία κοινωνικότητας. Έστω και σε όχι ιδιαίτερα καλοχορογραφημένες σκηνές ξύλου (η κλασσική μπουνιά που φεύγει 5-10 εκατοστά μακριά το πρόσωπο του φύλακα και ο τελευταίος εκτοξεύεται στον απέναντι τοίχο, είναι συχνό φαινόμενο), η μανία, η τρέλα, η ευχαρίστηση που έχει όταν σαπίζει κάποιον στο ξύλο είναι μνημειώδης. Υπάρχουν όμως με μερικές λίγες σκηνές που μάλλον έπρεπε να ξαναγυριστούν γιατί περιέργως η ερμηνεία περνάει τα όρια του θεατρινισμού και φτάνουν το καραγκιοζιλίκι, κάτι που φυσικά δεν είναι καθόλου δύσκολο αφού ο χαρακτήρας είναι ένας πραγματικός κλόουν του συστήματος που με τις πράξεις του διασκεδάζει τους θεατές.

image

Το Bronson σαν σύνολο δεν έχει να προσφέρει σχεδόν τίποτα στο θεατή εκτός από κάποιες πληροφορίες για τον κρατούμενο Charles Bronson, αρκετές εκ των οποίων είναι και παραποιημένες. Έχει σίγουρα τις πολύ έντονες σκηνές της με απίστευτα ειρωνικό χιούμορ και στυλιζαρισμένη βία αλλά αυτές είναι πραγματικά λίγες αφού δεν υπάρχει το υλικό για τις ενώσει. Το μόνο που σου μένει στο τέλος είναι η εκπληκτική ερμηνεία του Hardy, μερικοί σκηνοθετικοί “θεατρινισμοί” όπως ο άνθρωπος με τα δύο πρόσωπα και ο κλόουν που δίνουν μια άλλη ποιότητα στη γενική αισθητική και η κούραση, η πολύ μεγάλη κούραση που νοιώθεις μετά από μία μόλις 90 λεπτών ταινία αφού νομίζεις ότι κράτησε πάνω από 2 ώρες.

5/10

 

2 Δεκεμβρίου 2010

Harry Potter and the Deathly Hallows: Part 1 [Ο Χάρι Πότερ και οι Κλήροι του Θανάτου, Μέρος 1ο] review

image

Δεν είμαι ειδικός για να προσδιορίσω τη λέξη φαν αλλά ενώ καμιά ταινία της σειράς μετά τη Φιλοσοφική Λίθο δε με ενθουσίασε, κάθε νέα έξοδος αποτελεί από τα σημαντικότερα σημεία στο κινηματογραφικό μου καλεντάρι. Βέβαια, όσο πέρασαν τα χρόνια και οι ταινίες, ο ενθουσιασμός όλο και μειώθηκε με αποκορύφωμα το τελευταίο Deathly Hallows που λόγω του κάκιστου Half-Blood Prince αλλά και και τον προφανώς κερδοσκοπικό διαχωρισμό της σε δύο μέρη, με έκαναν να το περιμένω με μεγάλη διστακτικότητα.

image

Με τον Dumbledore νεκρό, ο Voldemort και οι άνθρωποί του έχουν καταλάβει πλήρως το Υπουργείο της Μαγείας αλλά και το Hogwarts με τον Potter και τους φίλους του να έχουν απομείνει οι μοναδικοί και τελευταίοι αντίπαλοι για την απόλυτη κυριαρχία του He-Who-Must-Not-Be-Named. Ο Potter είναι πια καταζητούμενος όπως και όλοι οι mudbloods που συλλαμβάνονται ως ψευτόμαγοι και κλέφτες. Ο μόνος τρόπος για να νικηθεί ο Voldemort είναι να βρεθούν τα πέντε κομμάτια του Horcruxes και οι τρεις φίλοι Harry, Ron και Hermione ξεκινάν μια πορεία ακολουθώντας στοιχεία προσπαθώντας να τα βρει και να τα καταστρέψει. Ταυτόχρονα όμως και ο διαβολικός μάγος, ψάχνει το υπέρτατο μαγικό ραβδί, που άνηκε σε έναν από τους Κλήρους του Θανάτου, το μοναδικό με το οποίο θα μπορέσει να νικήσει τον Potter .

Ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν αυτός ο πολυσυζητημένος διαχωρισμός του τελευταίου βιβλίου σε δύο ταινίες. Χωρίς να τα έχω διαβάσει, δε μπορούσαν να με πείσουν ότι υπήρχε πραγματικός λόγος για να γίνει αυτό εκτός από τον προφανή κερδοσκοπικό. Μπορεί να επιμένουν ότι υπήρχαν πάρα πολλά γεγονότα που δε μπορούσαν να αφαιρέσουν αλλά το αποτέλεσμα τους διαψεύδει.

image

Κατ’αρχάς, ξεχάστε τη μικροκοινωνία του Hogwarts και μαζί της αυτή την “αθώα” μαγική ατμόσφαιρά που έστω και αν είχε ξεθυμάνει, θύμιζε κάτι από παραμύθι. Το Deathly Hallows είναι μια περιπέτεια φαντασίας με πολύ έντονα τα χαρακτηριστικά μιας road movie. Μετά την εισαγωγή, που είναι το μόνο μέρος που ουσιαστικά θυμίζει κάτι από κλασσικά Potter, και την φυγάδευση του Harry από το σπίτι των θείων του στο Little Whinging σε κάποιο ασφαλές μέρος, το πρωταγωνιστικό τρίο παίρνουν όλη τη ταινία πάνω τους και τους βλέπουμε να “τηλεμεταφέρονται” από περιοχή σε περιοχή ψάχνοντας πληροφορίες για τα κομμάτια του Horcruxes και τρόπους να τα καταστρέψουν αλλά και ταυτόχρονα να κρυφτούν από τους Deatheaters που τους κυνηγάνε. Μπορεί σε αυτά τα ταξίδια οι τρεις φίλοι να μαλώνουν, να τα ξαναβρίσκουν, να πηγαίνουν σε μέρη που μαθαίνουν πληροφορίες για το παρελθόν τους αλλά κανείς δε μπορεί να με πείσει ότι ολόκληρη η ταινία δε μπορούσε με μερικές “κινηματογραφικές” αλλαγές να αποτελούσε μέρος μιας και μοναδικής ταινίας.

image

Πρέπει να παραδεχτώ όμως ότι η σκηνοθετική προσπάθεια του Yates να μην γίνει η ταινία κουραστική είναι ιδιαιτέρως ενθουσιώδης με σωστά τοποθετημένες μικρές σκηνές δράσης και αυξομειούμενης έντασης ώστε να κρατάει ψηλά το ενδιαφέρον. Άλλοτε τρομακτικές, άλλοτε πλημυρισμένες με μαγικά και άλλοτε απλά μυστηριώδεις, οι σκηνές δράσεις είναι σωστά μοιρασμένες σε όλη τη διάρκεια αλλά ακόμα και έτσι δε μπορεί να μας πείσει ότι όλα αυτά που βλέπουμε προσφέρουν κάτι παραπάνω στην ιστορία.

image

Τελικά η απόφασή της Warner αποδεικνύεται ασυγχώρητη. Το Harry Potter and the Deathly Hallows: Part 1 δεν είναι σε καμιά περίπτωση μια κακή ταινία αλλά το μόνο που σου μένει στο τέλος είναι ότι είναι μια ανούσια ταινία και το ακόμα χειρότερο είναι ότι αν το Part 2 δεν ήταν το τελευταίο μέρος του μεγάλου franchise, ίσως απλά να το προσπερνούσατε μιας και δε προκαλεί καμιά αγωνία για τη συνέχεια. Σίγουρα, όσοι έχετε δει όλες τις προηγούμενες ταινίες, αξίζει να δείτε και το Deathly Hallows αλλά δεν είναι το Two Towers που ίσως ελπίζατε, είναι μια μεγάααααλη εισαγωγή, τόσο μεγάλη που δε ξέρουμε αν θέλουμε να δούμε και το υπόλοιπο. Διασκεδαστικό μεν, αλλά σου αφήνει έντονη την αίσθηση ότι σε έπιασαν κορόιδο

6,5/10

 

Related Posts with Thumbnails