31 Ιουλίου 2010

The Girl with the Dragon Tattoo (Män som Hatar Kvinnor) [Το Κορίτσι με το Τατουάζ] review

imageΑν και χαρακτηρίστηκε ως μίνι-φαινόμενο, οι κακές εμπορικές επιλογές δε του επέτρεψαν να γίνει ευρέως γνωστό παρόλο το γεγονός ότι όλοι έχουν να πουν και ένα καλό λόγο για αυτό.  Αναφέρομαι στη τριλογία Millenium, βασισμένη στα μυθιστορήματα του Stieg Larsson και κυκλοφόρησαν την τριετία 2005-2007 και έγιναν best-seller σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες και έχουν ως κεντρικό χαρακτήρα την Lisbeth Salander, μια πανέξυπνη νεαρή κοπέλα με “δολοφονικό” παρελθόν και κατ’ επέκταση, ψυχικά διαταραγμένο παρόν.image

Ο Mikael Blomkvist είναι ένας δημοσιογράφος που εργάζεται στην εφημερίδα Millenium και μόλις έχει ξεσκεπάσει ένα μεγάλο σκάνδαλό που όμως αποδεικνύεται φούσκα, μηνύεται για συκοφαντική δυσφήμηση και καταδικάζεται σε ολιγόμηνη φυλάκιση την οποία περιμένει θα εκτίσει σε μερικούς μήνες. Μετά τη παραίτηση από την εφημερίδα, δέχεται μια πρόταση από τον πολυεκατομμυριούχο Henrik Vanger, την κεφαλή του ομίλου Vanger που του προτείνει να κάνει μια τελευταία έρευνα για να βρει τη κόρη του που εξαφανίστηκε μυστηριωδώς πριν 40 χρόνια, όταν ήταν 16 ετών κατά τη διάρκεια μιας οικογενειακής συγκέντρωσης, κάτι που κάνει ύποπτους όλους τους συγγενείς αφού ο Henrik έδειχνε ιδιαίτερη αδυναμία στη μικρή Harriet και αυτό δεν άρεζε στους κληρονόμους. Αυτό που θα μάθει αργότερα ο Mikael είναι ότι πριν ο Vanger τον προσλάβει, είχε βάλει την νεαρή hacker Lisbeth Salander για να κάνει μια ιδιαίτερα εκτεταμένη έρευνα για το πρόσωπό του ώστε να βεβαιωθεί για την εντιμότητά του. Αυτό που δεν ήξερε όμως ούτε ο Vanger είναι ότι η Lisbeth συνέχισε να παρακολουθεί τον Mikael και ενδιαφέρθηκε για την υπόθεση της μικρής Harriet, δίνοντάς του ιδέες και δημιουργώντας μια ομάδα έρευνας. Η πολύπλοκη ιστορία της οικογένειας ξετυλίγεται ενώ ταυτόχρονα μαθαίνουμε λεπτομέρειες για την μαρτυρική ζωή της Lisbeth.2010_the_girl_with_the_dragon_tattoo_008

Μια αυθεντική ιστορία που θυμίζει τα μυστήρια της Miss Marple και ένα κοινωνικό βίαιο δράμα εκδίκησης αλλά και επιβίωσης είναι ο ιδιαίτερα πετυχημένος συνδυασμός που χρησιμοποιεί η ταινία για ξεχωρίσει και τα καταφέρνει, γιατί απλά δύο ενδιαφέρουσες ιστορίες είναι καλύτερες από μία. Οι ιδιαίτερα ενδιαφέροντες κεντρικοί χαρακτήρες είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας και η σχεδόν άρρωστη σχέση μεταξύ ενός “αγίου” δημοσιογράφου και μιας πληγωμένης άγριας κοπέλας είναι που δίνει την απαραίτητη “κόλλα” για να ενώσει τα δύο στοιχεία της ιστορίας. Συνεχής ένταση, τουλάχιστον μετά το το πρώτο εισαγωγικό σαραντάλεπτο, συνεχή plot twists, σκληρές σκηνές ψυχολογικού και σωματικού βιασμού, και τα 150 ολόκληρα λεπτά περνάν πολύ πιο εύκολα απ’ότι θα περίμενα.2010_the_girl_with_the_dragon_tattoo_002

Περιέργως, τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα δεν βρίσκονται ούτε στο τεχνικό τομέα, ο οποίος είναι άψογος αλλά ούτε στη μεταφορά του κειμένου στην οθόνη, όπως γίνεται συνήθως, αφού χαρακτηρίστηκε ως μια από τις πιο πιστές μεταφορές βιβλίου σε ταινία, χωρίς να έχω όμως προσωπική άποψη. Το πρόβλημα βρίσκεται στο πρωτεύον υλικό. Ενώ η εξέλιξη είναι εξαιρετικά ικανοποιητική, μερικές απιθανότητες και αναπάντητα ερωτήματα χαλάνε μεγάλο μέρος της γοητείας της ταινίας. Η εκνευριστική και παντελώς αδικαιολόγητη ευκολία που ξαφνικά η Lisbeth αρχίζει να ξετυλίγει το νήμα σαν να της ήρθε η θεία επιφοίτηση, η ανάλογη ευκολία με την οποία βρίσκουν τα υπόλοιπα στοιχεία που αποδεικνύει τη θεωρία του, αλλά κυρίως η ελάχιστα ανεπτυγμένη δικαιολογία του φινάλε που δείχνει εντελώς πρόχειρη και μοιάζει εντελώς παράταιρη από την υπόλοιπη πολύπλοκη ιστορία. Πως η Harriet ανακάλυψε το μεγάλο μυστικό, γιατί ο δράστης έκανε αυτά που έκανε και γιατί στα συγκεκριμένα άτομα και μερικά ακόμα μικροερωτήματα που μένουν μετέωρα και αδιάφορα για τον σεναριογράφο, χαλάνε σε κάποιο βαθμό τη τελική άποψη που θα σχηματίσει ο θεατής.2010_the_girl_with_the_dragon_tattoo_007

Παρόλο που αποτελεί το πρώτο μέρος της τριλογίας, η κεντρική ιστορία ουσιαστικά ολοκληρώνεται, διαψεύδοντας τις φοβίες μου ότι θα την αφήσει σε cliffhanger για το δεύτερο μέρος. Αυτό μπορεί να ευχαριστεί προς στιγμή το θεατή αλλά δε προσφέρει την “ανυπομονησία” για το “Κορίτσι που έπαιζε με τη φωτιά”.

Η ανακοίνωση του αμερικάνικου remake έχει γίνει φυσικά εδώ και καιρό με τον Daniel Craig στο ρόλο του Mikael και μία εκ των Rooney Mara, Lea Seydoux, Sarah Snook και Sophie Lowe στο ρόλο της Lisbeth, και τον David Fincher στη σκηνοθετική καρέκλα. Μπορεί η επιλογές του remake να μοιάζουν οι σωστές αλλά πραγματικά δεν υπάρχει λόγος remake, εκτός φυσικά της “δύσκολης” Σουηδικής γλώσσας αφού το The Girl with the Dragon Tattoo είναι πραγματικά παραγωγή Hollywoodιανών προτύπων και διαστάσεων χωρίς να του λείπει τίποτα που να μπορεί να του προσφέρει η αμερικάνικη βιομηχανία.

7/10

28 Ιουλίου 2010

Thirst (Bakjwi) review

thirstΟ Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης Chan-wook Park έγινε παγκοσμίως γνωστός to 2003 με το αριστούργημα OldBoy, μια από τις καλύτερες ταινίες της προηγούμενης δεκαετίας. Αν και από τότε έχει κάνει κάποιες ακόμα ταινίες, καμιά δεν εισέπραξε τις διθυραμβικές κριτικές αλλά ούτε και τη φήμη που είχε το OldBoy, μέχρι που ανακοίνωσε ότι η επόμενή του ταινία θα έχει το πιασάρικο και εμπορικό vampire-theme, και φυσικά τράβηξε τα φώτα της δημοσιότητας πάνω του.

Ο Sang-hyun είναι ένας καθολικός ιερέας που πάσχει από μια δερματική ασθένεια και γίνεται εθελοντής σε ένα πειραματικό πρόγραμμα ενός εμβολίου. Το πρόγραμμα αποτυγχάνει αφού πεθαίνουν και οι 500 εθελοντές αλλά με έναν τρόπο που δεν αποσαφηνίζεται, αίμα από βαμπίρ έχει μεταγγιστεί στον Sang-hyun, και είναι ο μόνος επιζών του προγράμματος και όταν επιστρέφει θεωρείται σχεδόν άγιος και όλοι τον καλούν για την ευχή του. Μια οικογένεια τον καλεί για να προσευχηθεί για τον Kang-woo που έχει καρκίνο. Ο καρκίνος υποχωρεί (άγνωστο πως) και ο ιερέας έρχεται κοντά με την οικογένεια και ειδικά με τη σύζυγο του Kang-woo, Tae-ju. Μια παθιασμένα άρρωστη σχέση αναπτύσσεται μεταξύ των δύο με πολλά και θανάσιμα επακόλουθα.thirst10

Το Thirst είναι…απλά αχαρακτήριστο. Μια κλισέ ιστορία που δε μπαίνει καν στο κόπο να αναπτύξει παρά μόνο εμμένει σε αργά ανούσια πλάνα, κατάμαυρο χιούμορ που δε προσφέρει απολύτως τίποτα, αρκετά έντονες σκηνές σεξ που τονίζουν περισσότερο την αρρωστημένη σχέση παρά το σεξουαλικό μέρος, μερικές αιματοβαμμένες αλλά όχι gore σκηνές και ανάμεσα, σπατάλημα χρόνου με trash διάθεση και αναφορές. Πραγματικά δε βρίσκω κανένα λόγο για να δώσετε καν μια ευκαιρία στο Thirst αφού το μόνο που θα σκέφτεστε στα βασανιστικά 140 λεπτά του είναι πως είναι δυνατόν να είναι χειρότερο από τα Twilight.

3/10

27 Ιουλίου 2010

Triage review

Layout 1Triage: Επιλογή και κατάταξη των θυμάτων σε κατηγορίες με σκοπό την κατάλληλη αγωγή ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Ο πολυβραβευμένος για το No Man’s Land, Βόσνιος σκηνοθέτης Danis Tanovic επιστρέφει με την τρίτη μεγάλου μήκους και πρώτη αγγλόφωνη ταινία του, και μας μεταφέρει στο Κουρδιστάν του 1988.

Ο Mark Walsh είναι ένας Ιρλανδός πολεμικός φωτορεπόρτερ με πάμπολλες αποστολές στο βιογραφικό του και με βλέψεις να δουλέψει για κάποιο μεγάλο περιοδικό όπως το Time, ρισκάροντας και τη ζωή του για μια καλή φωτογραφία. Μαζί με τον φίλο του και συνεργάτη David, βρίσκονται στο Κουρδιστάν, σε ένα πρόχειρο αρχηγείο των Κούρδων παρακολουθώντας και καταγράφοντας τις κινήσεις τους περιμένοντας τη μεγάλη επίθεση στους Ιρακινούς ώστε να μπορέσουν να την αποθανατίσουν. Ο Mark θέλει οπωσδήποτε να είναι εκεί για την επίθεση, η οποία όμως αργεί και ο David θέλει να γυρίσει για να προλάβει την γέννηση του παιδιού του, που περιμένουν από μέρα σε μέρα. Οι φίλοι διαφωνούν, χωρίζουν οι δρόμοι τους, ο Mark τραυματίζεται ελαφρά και μετά από λίγες μέρες επιστρέφει πίσω στη γυναίκα του Elena, όμως ο David αγνοείται. Οι πόνοι από το τραύμα του Mark επιδεινώνονται παρόλο που δεν υπάρχουν σωματικοί λόγοι και έτσι η Elena φωνάζει τον ψυχοθεραπευτή παππού της για να βρεθούν τα αίτια της ψυχοσωματικής κατάστασης του Mark.triage07

Παρόλο που η ταινία χωρίζεται σε δύο εμφανώς διαφορετικά είδη, το πολεμικό και το ψυχολογικό δράμα, δεν αλλάζει σε όλη της τη διάρκεια το χαμηλοβλεπών ύφος της ώστε να μην υπερτονίσει κανένα από τα δύο. Δε μπορώ να τη χαρακτηρίσω ταινία χαρακτήρων όσο ταινία μηνυμάτων. Χρησιμοποιεί τους ηθοποιούς του μόνο ως παράπλευρους παράγοντες για να περιγράψει το…triage και πως αυτό μπορεί να γίνει από μια βάρβαρη τακτική, ο μόνος τρόπος διάσωσης. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που μοιάζει η ταινία να μην έχει καρδιά, να μην έχει ένταση, να μη προκαλεί τη συμπόνια αλλά σίγουρα ούτε και την αδιαφορία. Η τοποθέτηση της ιστορίας σε έναν “πόλεμο” που κρατάει αιώνες χωρίς ουσιαστικό νικητή ή ηττημένο απομακρύνει την όποια ένταση μπορεί να προκαλέσει ένα πολεμικό δράμα ενώ το δεύτερο μέρος, παρά την επιβλητική παρουσία του Christopher Lee στο ρόλο του υπερήλικου ψυχοθεραπευτή, δεν γίνεται απόλυτα πιστευτό, παρά μόνο αποτελεί τροχοπέδι για να έρθει το φινάλε και να περάσει το μήνυμα που επιθυμεί ο σκηνοθέτης.triage04

Ο διεκπεραιωτικός ρόλος που έδωσε στους ηθοποιούς του, ο σκηνοθέτης, δε σημαίνει ότι τους αφαίρεσε και τις δυνατές ερμηνείες με τον Colin Farrell να είναι πραγματικά πολύ καλός εκτός ελαχίστων σκηνών και την Paz Vega να προσπαθεί να πείσει για την αγγλόφωνη ερμηνεία της αλλά ότι και να κάνει δε μπορεί να φτάσει σε ποιότητα τις ελάχιστες ισπανόφωνες ατάκες της. Ο Lee απολαμβάνει τον περίπλοκό ρόλο τους ψυχοθεραπευτή των δολοφόνων πολέμου μεταξύ των οποίων και του Franco, δικτάτορα της Ισπανίας, και δε καταβάλλει και ιδιαίτερη προσπάθεια για να τον ερμηνεύσει άψογα.

Ο Danis Tanovic έμεινε στα ρηχά και δε ρίσκαρε προσπαθώντας το κάτι παραπάνω. Ο μονολεκτικός τίτλος της ταινίας τον στοίχειωσε και έχασε το νόημα. Παρόλο που το Triage δε κουράζει, δε καταφέρνει να ενθουσιάσει σε κανένα του σημείο και απλά προσπερνάει.

5,5/10

25 Ιουλίου 2010

Comic-Con 2010

imageSan Diego Comic-Con International, Comic-Con International: San Diego, San Diego Comic-Con ή απλά SDCCl, η διεθνής έκθεση Comic-Con ξεκίνησε το 1970 σαν ένα “geek-fest” όπου γινόταν παρουσίαση, τι άλλο, από κομίκς, κυρίως φαντασίας. Με τα χρόνια, οι εκθέτες, ή μάλλον τα εκθέματικά είδη αυξήθηκαν κατακόρυφα με την εισαγωγή των webcomics, anime, manga, collectible παιχνιδιών, video games, fantasy novels και φυσικά ταινιών φαντασίας ή πιο γενικά pop-culture, με αποτέλεσμα, σήμερα να είναι από τις μεγαλύτερες εκθέσεις παγκοσμίως.

Μπορεί, πριν μερικά χρόνια, οι ταινίες που παρουσιαζόταν εδώ να ήταν μόνο αυτές που ήταν βασισμένες σε κάποιον comic-book super-hero αλλά σήμερα, αποτελεί ένας από τους καλύτερους τρόπους προώθησης και διαφήμισης κάθε ταινίας με pop-culture στοιχεία με καλεσμένους τα μεγαλύτερα ονόματα του Hollywood και πολλά panels συζήτησης των δημιουργών με τους δημοσιογράφους αλλά κυρίως με τους fans, που είναι και οι πιο αυστηροί κριτές.

Η φετινή Comic-Con έλαβε χώρα, όπως πάντα, στο San Diego Convention Center, στις 22-25 Ιουλίου και για μια ακόμη χρονιά ήταν ένα τριήμερο, ανακοινώσεων, συνεντεύξεων και παρουσιάσεων για (σχεδόν) όλα τα γούστα. Παρακάτω θα προσπαθήσω να αναφέρω τα σημαντικότερα από αυτά.


buried_ver3

Το Buried είναι η νέα ταινία του Ryan Reynolds, στην οποία ο πρωταγωνιστής Paul Conroy, είναι ένας αρχιτέκτονας στο Ιράκ μέχρι που ξαφνικά βρίσκεται θαμμένος ζωντανός με μόνα αντικείμενα πάνω του, έναν αναπτήρα και ένα κινητό τηλέφωνο. Η ταινία θα βασίζεται στη κλειστοφοβία του να είναι θαμμένος ζωντανός και στην ένταση του τι μπορεί να κάνει για να αποδράσει από το φέρετρό του. Μένει να δούμε αν ο σκηνοθέτης Rodrigo Cortés καταφέρει να πετύχει το στόχο του, γιατί πολλοί είναι οι φόβοι ότι δεν είναι δυνατόν μια ολόκληρη ταινία να γυριστεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον χωρίς να κουράσει. Το Buried θα βγει στην Ελλάδα στις 7 Οκτωβρίου και στην SDCC παρουσιάστηκε το πρώτο theatrical trailer.


oliviawildecctronlegacy201015

Όλοι μας, λίγο ή πολύ, ξέρουμε την cult ταινία επιστημονικής φαντασίας που έκανε θραύση το 1982 με τα “ανεπανάληπτα” γραφικά της, TRON. Σήμερα, 28 χρόνια μετά έρχεται το sequel, TRON: Legacy με τους πρώτους βασικούς πρωταγωνιστές Jeff Bridges και Bruce Boxleitner να επιστρέφουν στους ρόλους τους, πλαισιωμένους από τους νέους Garrett Hedlund (στο ρόλο του γιού του Bridges), Michael Sheen και Olivia Wilde. Το TRON: Legacy είναι σε σκηνοθεσία του πρωτάρη Joseph Kosinski και θα βγει στις αίθουσες στο τέλος του 2010.


Ένα από τα πιο σημαντικά panels, της πρώτης μέρας ήταν αυτό με τους JJ Abrams (Mission: Impossible III, Star Trek, Lost) και Joss Whedon (Serenity, Dollhouse, Buffy the Vampire Slayer). Οι ειδήσεις που βγήκαν ήταν η επιβεβαίωση ότι ο Whedon θα είναι τελικά ο σκηνοθέτης του Avengers, και ότι το Cabin in the Woods, του οποίου είναι παραγωγός θα είναι σε 3D. Όσο για τον Abrams αποκάλυψε ότι τα γυρίσματα του super-secret project Super-8 ξεκινάνε τον Σεπτέμβρη και ότι είναι προσωπικά απόλυτα ικανοποιημένος με το φινάλε του Lost.

Την δεύτερη ημέρα, στο panel του Avengers αποκαλύφθηκε και το full cast που θα απαρτίζει την πρώτη all-star superhero movie και είναι σίγουρα εντυπωσιακό. Έχουμε και λέμε, Robert Downey Jr. ως Iron Man, Scarlett Johansson ως Black Widow, Mark Ruffalo ως Hulk, Jeremy Renner ως Hawkeye, Chris Evans ως Captain America, Chris Hemsworth ως Thor και φυσικά ο Samuel L. Jackson ως Nick Fury.

avengerscon


Μετά την αποχώρηση του Guillermo del Toro από το Hobbit, δύο ήταν τα ερωτήματα που είχαν οι φανς, ποιος θα αναλάβει το Hobbit και ποιο θα είναι το επόμενο project του del Toro. Πολλά ακούστηκαν, μεταξύ των οποίων το Frankenstein, το Count Monte Cristo ή ακόμα και το Hellboy 3. Τελικά ο Μεξικάνος σκηνοθέτης ανακοίνωσε ότι η επόμενή του ταινία θα είναι το The Haunted Mansion, το γνωστό theme park των Disneyworlds που είδαμε σε μια άθλια μεταφορά με τον Eddie Murphy. To Haunted Mansion θεωρείται από τα πιο ιστορικά theme parks της Disney, και ο del Toro θέλει να επαναφέρει τη χαμένη δόξα που έχασε από το έκτρωμα του 2003. Και όλοι μας ξέρουμε ότι έχει το ταλέντο να το κάνει, και με το παραπάνω…

SAN DIEGO, CA - JULY 22: Guillermo Del Toro at the annoucement of the development of Disney's "Haunted Mansion" at 2010 Comic-Con on July 22, 2010 at the San Diego Convention Center in San Diego, California. (Photo by Eric Charbonneau/Le Studio/Wireimage)


suckerlogo2Τα πρώτα character banners για την νέα ταινία του Zack Snyder, Sucker Punch, έκαναν την εμφάνισή τους, στους διαδρόμους του San Diego Convention Center. Χωρίς να έχουν διαρρεύσει περισσότερες πληροφορίες, τα πρώτα στοιχεία μιλάνε για ένα υπερβίαιο παραμύθι έξι γυναικών που μόλις βγήκαν από το ψυχιατρείο.

SP_sm-AMBERSP_sm-BABYDOLLSP_sm-BLONDIE

SP_sm-GORSKISP_sm-ROCKETSP_sm-SWEET-PEA


Εκτός των άλλων, παρουσιάστηκαν και μερικά καινούρια trailers πολυαναμενόμενων ταινιών, μεταξύ των οποίων το Drive Angry 3D με τον Nickolas Cage, το Priest με τον Paul Bettany, και το Let Me In, remake του Σουηδικού Let the Right One In με τους Chloe Moretz, Kodi Smit-McPhee και Richard Jenkins.



Το, θεωρητικά, νέο μεγάλο blockbuster franchise, Cowboys & Aliens ξεκίνησε πριν λίγο καιρό τα γυρίσματα και παρόλο που δεν πρόλαβε να παρουσιάσει κάποιο trailer, η πρώτη φωτό με τον πρωταγωνιστή έκανε την εμφάνισή της.

cowalien-1Εκτός του Daniel Craig που βλέπετε στη φωτογραφία, μαζί του θα βρίσκονται οι Harrison Ford, Olivia Wilde, Sam Rockwell, Paul Dano, Walton Goggins και Abigail Spencer σε σκηνοθεσία του Jon Favreau με το release date να τοποθετείται μέσα στο καλοκαίρι του 2011.


Όσο για το επόμενο μέρος των Πειρατών της Καραϊβικής, τα νέα δεν ήταν πολλά αφού το cast έχει ολοκληρωθεί και τα γυρίσματα έχουν ξεκινήσει, έτσι ο Johnny Depp, η μάλλον ο captain Jack Sparrow έστειλε ένα βιντεοσκοπημένο μήνυμα προς τους φίλους της Comic-Con, ουσιαστικά επιβεβαιώνοντας το σενάριο και τους συνεργάτες με το γνωστό χιούμορ του ήρωα. Απολαύστε…


Και ένα κωμικοτραγικό trivia, μετά το τέλος του panel για το Resident Evil Afterlife και πριν ξεκινήσει το panel για το Cowboys & Aliens, ένας παρευρισκόμενος μαχαιρώθηκε…ή μάλλον “στυλώθηκε” μιας και, πάνω στον καυγά με κάποιον άλλο παρευρισκόμενο για τις θέσεις (!!!), ο ένας κάρφωσε ένα στυλό στο κεφάλι, πολύ κοντά στο μάτι του θύματος. Ο δράστης συνελήφθη και ο άτυχος νοσηλεύεται σε νοσοκομείο!

22 Ιουλίου 2010

Brooklyn's Finest review

brooklyns_finestΤο 2001 ο Antoine Fuqua ήρθε από την αφάνεια και εξέπληξε παρουσιάζοντας το Training Day, μια ταινία που αποθεώθηκε από κοινό και κριτικούς. Από τότε, μπορεί το κασέ του να εκτοξεύτηκε αλλά οι ταινίες που παρουσίασε ήταν αρκετά κατώτερες της Ημέρας Εκπαίδευσης, και μπήκε στη λίστα με τους σκηνοθέτες της μίας φοράς. Με το Shooter όμως, πριν δύο χρόνια έδειξε σημάδια βελτίωσης και με το Brooklyn’s Finest, επιστρέφει στις ρίζες του και κάνει την ολική επαναφορά. brooklyns_finest_ver3

Τρεις αστυνομικοί στη Νέα Υόρκη. Τρεις διαφορετικές ιστορίες. Ο ένας, οικογενειάρχης με δύο παιδιά και άλλα δύο να έρχονται, ζει σε ένα παλιό σπίτι που είναι σε επικίνδυνα κακή κατάσταση και θέλει να μετακομίσει. Τα λεφτά όμως, ακόμα και για τη προκαταβολή, είναι πολλά και μπαίνει στη διαδικασία να κλέβει τα ναρκοδολλάρια από τις αποστολές σε γιάφκες. Ο δεύτερος, βετεράνος αστυνομικός στου 8ώρου, που απλά βγαίνει για να κάνει τη δουλειά του χωρίς να έχει σπουδαίο βιογραφικό και απλά περιμένει να περάσουν οι μέρες για να βγει στη σύνταξη. Και ο τρίτος, πιο μπερδεμένος από όλους, ανάμεσα στο νόμο και στη παρανομία με τους δεύτερους να τον υποστηρίζουν και τους πρώτους να τον απειλούν. brooklyn_s_finest03

Το σχεδόν πρωτοφανές είναι οι ιστορίες δεν έχουν κανένα σεναριακό πλέξιμο. Αυτό μπορεί να μοιάζει λίγο σαν κλέψιμο γιατί ουσιαστικά έχεις τρεις διαφορετικές ταινίες και απλά παίζεις παρουσιάζοντάς τες εναλλάξ αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι, αφού η, προ στιγμήν, άσχετη εισαγωγή περί “righter and wronger” βρίσκει την ουσιαστικής οπτικοποίησή της σε αυτούς τους τρεις ανθρώπους με τις τελείως διαφορετικές ιστορίες τους. Καλώς ή κακώς, καμία από τις τρεις ιστορίες δεν έχει τόσο πολύ “ζουμί” ώστε να μπορούσε να σταθεί αυτόνομη σε μια ταινία και έτσι, η λογική “τρία-σε-ένα” μοιάζει η ενδεδειγμένη και αποδεικνύεται λίρα εκατό αφού ο σκηνοθέτης παίζει μαεστρικά με τον ρυθμό, πηδώντας από τον σχεδόν νωχελικό ρυθμό της μίας, στον έντονο της δεύτερης και στον πιο “ουδέτερο” της τρίτης. Τουλάχιστον μέχρι τα 3/4 της ταινίας γιατί κάπου εκεί που έχεις ικανοποιηθεί πλήρως από τη ταινία και περιμένεις το αποκορύφωμα, η ταινία ξαφνικά ρίχνει στροφές και περίπου για ένα δεκαπεντάλεπτο γίνεται πολύ κουραστική, μέχρι να έρθει το πολυσυζητημένο φινάλε που αποτελεί άμεσο tribute στα cop-movies των ‘80s με ότι καλό ή κακό αυτό συνεπάγεται, δηλαδή την ανελέητη κρίση των πρωταγωνιστών από ένα είδος deus ex machina, που δυστυχώς καταλήγει σε ένα ξενέρωτο politically-correct αποτέλεσμα. brooklyn_s_finest05

Ποτέ δεν ήμουν φίλος των corrupt-cop-movies και το Training Day παρά το διαολεμένο ρυθμό δε με είχε ενθουσιάσει στο τόσο μεγάλο βαθμό που παρουσιάστηκε και οι απαιτήσεις μου από το Brooklyn’s Finest ήταν απλά να με κρατήσει ξύπνιο στα 130 λεπτά του. Οι πολύ καλές ερμηνείες των Richard Gere, Don Cheadle και Ethan Hawke στους πρωταγωνιστικούς ρόλους όπως και οι Wesley Snipes και Ellen Barkin στους δεύτερους, μαζί με την, ίσως όχι 100%, αλλά ιδιαιτέρως ικανοποιητική σκηνοθεσία του Fuqua αλλά και το καλογραμένο σενάριο του Michael Martin, κράτησαν το ενδιαφέρον μου δυνατό σε όλη της τη διάρκεια και κατάφεραν να ξεπεράσουν τις προσδοκίες κατά πολύ, πλησιάζοντας πολύ, αν όχι αγγίζοντας τη ποιότητα της Ημέρας Εκπαίδευσης.

 

7/10

 

20 Ιουλίου 2010

Micmacs à tire-larigot review

micmacs_a_tirelarigotΟ μεγάλος Γάλλος δημιουργός Jean-Pierre Jeunet είναι λίγο-πολύ γνωστό ότι δεν είναι και από τους πιο παραγωγικούς σκηνοθέτες με μία ταινία ανά τρία-τέσσερα χρόνια. Έτσι μετά τους Ατέλειωτους Αρραβώνες του 2004 είχαν ακουστεί διάφορα projects μεταξύ των οποίων και το πολυαναμενόμενο αλλά και πολυταλαιπωρημένο Life of Pi (που έχει αλλάξει αρκετούς σκηνοθέτες μεταξύ των οποίων ο M. Night Shyamalan, ο Alfonso Cuarón και ο Ang Lee αλλά ακόμα το περιμένουμε) με το οποίο ήταν καταπιασμένος για μερικά χρόνια μέχρι που εγκαταλείφτηκε και χάσαμε τα ίχνη του σκηνοθέτη. Μέχρι που πριν από λίγους μήνες, μάθαμε για την καινούρια του ταινία που μοιάζει να ήρθε από το πουθενά, χωρίς ίχνος τυμπανοκρουσίας ή promotion με τον τίτλο Micmacs à tire-larigot ή απλά Micmacs. micmacs5

Ο Bazil είναι ένας υπάλληλος video club, ορφανός με τον πατέρα του να έχει πεθάνει από νάρκη στη Βόρεια Αφρική, που έχει την ατυχία, ένα βράδυ να πέσουν πυροβολισμοί έξω από το μαγαζί και μία αδέσποτη σφαίρα να τον βρει στο κεφάλι. Μπορεί να μην πεθαίνει αλλά μετά από τρεις μήνες στο νοσοκομείο, μένει χωρίς σπίτι και χωρίς δουλειά και με μια σφηνωμένη σφαίρα στον εγκέφαλο που δε ρισκάρουν να βγάλουν οι γιατροί γιατί θα μείνει φυτό. Έτσι, απλά περνάει τις ημέρες του ζητιανεύοντας αφού έχει μείνει άστεγος και άφραγκος μέχρι που τον “υιοθετεί” μια περίεργη οικογένεια. Ουσιαστικά μια ομάδα ανθρώπων που ζουν σε μια “σπηλιά” φτιαγμένη από παλιοσίδερα που οι ίδιοι μάζεψαν και φτιάχνουν με αυτά διάφορες περίεργες κατασκευές. Χωρίς ουσιαστικά να έχει λόγο ζωής, με μια ωρολογιακή βόμβα στο κεφάλι του που μπορεί να σκάσει οποτεδήποτε, βρίσκει κατά τύχη την εταιρία που έφτιαξε τη σφαίρα που του σφηνώθηκε αλλά και την ανταγωνίστρια της, την εταιρία που έφτιαξε τη νάρκη που σκότωσε το πατέρα του. Έτσι, λοιπόν βάζει στόχο να τις κάνει να πληρώσουν και μαζί με την “οικογένειά” του, στήνουν ένα θεότρελο σχέδιο ώστε να τις ξεσκεπάσουν. micmacs19

Κατά βάθος, το Micmacs είναι μια heist movie και αυτό, όπως και όλα τα είδη έχουν κάποιους άγραφους κανόνες που τα κάνουν επιτυχημένα τα οποία ο Jeunet δοκιμάζει τα καταρρίψει. Ίσως το πιο ενδιαφέρον κομμάτι αυτών των ταινιών είναι η οργάνωση του σχεδίου και οι αναποδιές που παρουσιάζονται στη πορεία όσο και η σχέση μεταξύ των μελών της “συμμορίας”. Ξεχάστε τα, γιατί στο Micmacs βλέπουμε κατευθείαν την εκτέλεση κάτι που μπορεί θεωρητικά να έχει πιο ενδιαφέρον γιατί δε ξέρουμε τη κατάληξη αλλά στη πράξη τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά γιατί ουσιαστικά παρακολουθούμε διάφορα, χωρίς νόημα stunts και καταστάσεις μέχρι να φτάσουν το τέλος και να δούμε γιατί τα έκαναν όλα αυτά, κάτι που ταυτόχρονα ακυρώνει την κάθε πιθανή λάθος κίνηση αφού ουσιαστικά δε θα την καταλαβαίναμε αφού δε ξέραμε το σχέδιο. Αυτή η άγνοια κουράζει κάνοντας τη μεγαλύτερη διάρκεια της ταινίας σχεδόν αδιάφορη και να μοιάζει πολύ μεγαλύτερη από ότι πραγματικά είναι, κουράζοντας επικίνδυνα.

Ο Jean-Pierre Jeunet μας έχει συνηθίσει σε ένα ιδιαίτερο οπτικό αποτέλεσμα με μοναδικό σκηνοθετικό στυλ που είναι και το μεγαλύτερο, από τα λίγα, θετικά της ταινίας. Η γνώριμη ψευδό-3d, που δε ξέρουμε που τελειώνει το σκηνικό και που αρχίζει το εφέ, οπτική είναι για μια φορά άκρως απολαυστική με τα διάφορα τεχνάσματα όπως τα παντελώς άσχετα flash-bubbles που είχαμε δει εκτεταμένα στο Amelie αλλά και το…καφέ χιούμορ που δε προκαλεί χαμόγελο στα χείλη αλλά στα μάτια. Και εδώ όμως υπάρχει το αρνητικό της απουσίας μιας αξιοπρόσεκτης μουσικής ενός Yann Tiersen ή ενός Angelo Badalamenti, μιας και τα ελάχιστα μουσικά κομμάτια του πρωτάρη Raphaël Beau είναι μια κακή ανέμπνευστη αντιγραφή των προηγουμένων που δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα. micmacs10

Δυστυχώς, το Micmacs αποτελεί την πιο μέτρια ταινία του ταλαντούχου Γάλλου δημιουργού που μοιάζει λες την έφτιαξε με αυτόματο πιλότο. Έβαλε τις γνωστές του πινελιές σε μια, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ιστορία, έριξε τον ταλαντούχο Dany Boon και την άφησε σε χαμηλή φωτιά με αποτέλεσμα έναν άνοστο χυλό με λίγες νοστιμιές που απλά σε κρατάνε μέχρι το τέλος.

 

5,5/10

 

18 Ιουλίου 2010

Nunta Mută (Silent Wedding) review

afis_nuntamutaΤο πλατύ κοινό, όταν ακούει Βαλκανικός κινηματογράφος, αμέσως σου έρχονται στο μυαλό οι τσιγγάνοι του Kusturica, τα χάλκινα του Bregovic και λίγο από Σωτήρη Γκορίτσα. Ελάχιστοι έχουν παρακολουθήσει κάποια ταινία από άλλη βαλκανική χώρα και ιδιαίτερα από τη Ρουμανία η οποία ξέραμε ότι χρησιμοποιείται ιδιαίτερα από, συνήθως, low budget αμερικάνικες παραγωγές ως filming location ταινιών με “ιδιαίτερες” σκηνικές απαιτήσεις, κάτι σαν την Τσεχία των φτωχών. Το Nunta Mută, όμως δείχνει ότι η Ρουμανία μπορεί να κάνει αξιόλογες ταινίες αξιοποιώντας τη πρόσφατη ιστορία της, ουσιαστικά με πενιχρά μέσα.canonEOS 003_20081027102836

Ο ΣΣΣΣ…Σιωπηλός Γάμος ξεκινάει με μια ομάδα κινηματογραφιστών που γυρνάει τη χώρα ψάχνοντας για περίεργες ιστορίες ώστε να τις καταγράψει για τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ. Έτσι βρίσκονται σε μια περιοχή όπου τώρα βρίσκεται ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο αλλά παλιότερα βρισκόταν ένα χωριό και ο δήμαρχος Gogonea τους περιγράφει πως και γιατί το χωριό έγινε εργοστάσιο και σήμερα προσπαθούν να το ξανακάνουν χωριό. Στη δεκαετία του ‘50 ήταν ένα κλασσικό χωριό με τα καθημερινά του προβλήματα αλλά και τους τρελάρες κατοίκους του. Ο παλαβιάρης δάσκαλος- εφευρέτης που την έχει δει Leonardo DaVinci κυκλοφορώντας με μηχανικά φτερά, το καφενείο όπου συζητιούνται τα πάντα όλα, ο κουμουνιστής δήμαρχος που προσπαθεί να εγγράψει τους χωριανούς στο κόμμα, η πουτάνα που παρακολουθεί τα πάντα και το ζευγαράκι που βγάζει τα μάτια του όπου σταθεί και όπου βρεθεί. Το συγκεκριμένο ζευγαράκι λοιπόν, αποφασίζει να παντρευτεί αλλά έχουν την ατυχία τη μέρα του γάμου τους να πεθάνει ο Στάλιν και να απαγορευτεί κάθε είδους εκδήλωση, θόρυβος, ακόμα και το γέλιο για μια εβδομάδα. Φυσικά οι ετοιμασίες για το γλέντι δε μπορούσαν να αντέξουν μια βδομάδα και οι παμπόνηροι χωριάτες βρίσκουν τον τρόπο να κάνουν ένα σιωπηλό γάμο.

Το Silent Wedding, είναι ένας εξαιρετικά επιτυχημένος συνδυασμός σεξο-φαρσοκωμωδίας, με εμφανή tributes στις βουβές φάρσες του ‘20 και του ‘30 αλλά και την ανελέητη αθώα βωμολοχία και σεξομανία των νεότερων αλλά και παλιότερων slapsticks, ηθογραφικό δράμα της ρουμάνικης κοινωνίας του ‘50 παρουσιάζοντας με χιούμορ αλλά και σκληρότητα τις καθημερινές δυσκολίες αλλά και την ουσιαστική κατοχή από τη κουμουνιστική Ρωσία. Και όλα αυτά χωρίς να γίνει μαύρη κωμωδία μιας και δεν μπερδεύει τα είδη αλλά τα ξεχωρίζει με προφανή σκοπό την κωμικοτραγική κριτική του κουμουνιστικού καθεστώτος. Nunta-Rusu 011

Το μεγάλο πρόβλημα του Σιωπηλού γάμου είναι η στατική ιστορία. Παρά τη μικρή της διάρκεια, δε μπορώ να πω ότι αυτή περνάει τόσο εύκολα αφού είναι εμφανές ότι ολόκληρη η ταινία βασίζεται στο concept, ζευγαράκι βγάζει τα μάτια του όπου σταθεί και όπου βρεθεί- ζευγαράκι παντρεύεται- Στάλιν πεθαίνει- σιωπηλός γάμος, με όλα τα ανάμεσα γεγονότα να είναι μια παρωδιακή καταγραφή των καθημερινών καταστάσεων μιας τέτοιας κοινωνίας όπως η έλλειψη ηλεκτρικού ρεύματος, το τσίρκο με τα φρικιά που έρχεται για παράσταση στο χωριό και τις πολιτικοκοινωνικές συζητήσεις στο καφενείο. Με άλλα λόγια, η πρώτη ώρα παρά τα μερικά πετυχημένα αστεία όπως τα ξεκαρδιστικό σεξ μέσα στη ταΐστρα των ζώων, δεν έχει να προσφέρει κάτι σεναριακά, παρά μόνο καταφέρνει να στήσει την ατμόσφαιρά για το τι θα επακολουθήσει. Αντίθετα, το τελευταίο εικοσάλεπτο οπότε λαμβάνει χώρα ο σιωπηλός γάμος είναι απολαυστικότατο, με ξεκαρδιστικές ιδέες όπως τους τσιγγάνους που παίζουν βουβή μουσική και τον γέρο με Parkinson που χτυπάει ανελέητα το πιρούνι στο τραπέζι, μέχρι και τη μύγα που μεσ’ την ησυχία τραβάει τα βλέμματα των παρευρισκομένων.

Η ταινία του Horatiu Malaele είναι μια εξαιρετική εναλλακτική στην ελαφρώς εκνευριστική σταθερότητα-στασιμότητα του Kusturica με εξαιρετικά στοιχεία από ταινίες slapstick, βουβές, σεξοκωμωδίες μέχρι και μεταπολεμικά δράματα. Η πολύ καλή μουσική του Alexandru Andries δίνει την απαραίτητη ένταση στην άκρως ικανοποιητική σκηνοθεσία αλλά η ουσιαστική έλλειψη πλοκής, παρά μόνο η ύπαρξη δύο-τριών ιδεών που προσπαθούν τραβηχτούν από τα μαλλιά για να ολοκληρωθούν τα μόλις 87 λεπτά της, χαλάνε τη γενική εικόνα παρά το απολαυστικότατο τελευταίο μισάωρο.

 

6,5/10

 

11 Ιουλίου 2010

The Cry of the Owl review

cry of the owlΠριν από μερικά χρόνια, η αμερικανίδα συγγραφέας Patricia Highsmith έγινε παγκοσμίως γνωστή στο κινηματογραφόφιλο κοινό με τη μεγάλη επιτυχία του Ταλαντούχου κυρίου Ripley έστω και αν η κινηματογραφική καριέρα των βιβλίων της ξεκίνησε πριν από 60 χρόνια όταν ο Alfred Hitchcock έφερε στη μεγάλη οθόνη το Strangers on a Train. Από τότε πάνω από 30 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές έχουν βασιστεί στα έργα της μεταξύ των οποίων και ο Αμερικάνος Φίλος του Wim Wenders (που άλλωστε βασίζεται και αυτό στο παιχνίδι του Ripley), μέχρι το 1999, να γίνει γνωστή σε όλους μας. Φέτος λοιπόν ήρθε η μεταφορά του βιβλίου της The Cry of the Owl (δέυτερη σε σειρά, πρώτη αγγλόφωνη) σε Γερμανοκαναδική συμπαραγωγή με πρωταγωνιστές τους Paddy Considine και Julia Stiles. image

Ο Robert Forrester μόλις έχει χωρίσει με τη γυναίκα του και αφήνει πίσω τη μεγαλούπολη για να ζήσει σε μια μικρή πόλη της Pennsylvania. Η ψυχολογία του μετά το διαζύγιο δεν είναι και η καλύτερη αλλά και το ψυχιατρικό ιστορικό του δείχνουν σημάδια ότι κάτι δε πάει καλά στο μυαλό του πανέξυπνου και επαγγελματικά επιτυχημένου άνδρα. Ο Robert, κάθε βράδυ πηγαίνει έξω από ένα απομακρυσμένο σπίτι και παρακολουθεί από κοντινή απόσταση και με το φόβο να γίνει αντιληπτός, την Jenny, μια νεαρή κοπέλα και την απλή ζωή της με τον φίλο της Greg. Όταν ο Robert γίνεται αντιληπτός από τη Jenny, αυτός φοβισμένος προσπαθεί να δικαιολογηθεί αλλά αυτή αντί να καλέσει την αστυνομία, τον καλεί στο σπίτι της. Από εκείνη τη στιγμή ένα παιχνίδι, “ποιός είναι ο πιο τρελός” ξεκινάει για τον Robert που βρίσκεται μπλεγμένος σε μια κατάσταση πλημυρισμένη από ψυχοπάθεια, φόνους και μυστήριο με τον Robert να προσπαθεί να ξεμπλέξει. image

Το Cry of the Owl, είναι πολυθεματικό μιας και στο πρώτο μισό της ιστορίας παίζει το παιχνίδι της τρέλας, με τον θύτη να γίνεται θύμα και τον θεατή να αναρωτιέται ποιος είναι ο πιο τρελός, ενώ στη συνέχεια, χωρίς να αλλάξει το ύφος και η ατμόσφαιρα, η ταινία γίνεται ένα αστυνομικό neo-noir με αρκετές, όμως, απιθανότητες που χαλάνε την ατμόσφαιρα. Και τα δύο μέρη της ταινίας, πάρα το ωραίο story μαστίζονται από την εκνευριστικά αργή πλοκή και το κακογραμμένο σενάριο. Ειδικά το πρώτο μέρος είναι τόσο αργό που σε αναγκάζει να κοιτάς το ρολόι σου κάθε λεπτό ελπίζοντας να έχει περάσει ένα πεντάλεπτο αλλά απογοητεύεσαι. Το δεύτερο, έχει πολύ περισσότερη ιστορία και πλοκή, πολύ πιο ενδιαφέρουσα εξέλιξη αν και στους ίδιους αργούς ρυθμούς αλλά οι απιθανότητες και τα πολλά αναπάντητα ερωτήματα σε βασικά θέματα δεν αφήνουν τον πήχη να ανέβει.

Η υποβλητική ατμόσφαιρα και το πολύ ενδιαφέρον κεντρικό story, σε συνδυασμό με τις πολύ καλές ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών, και ειδικά της Julia Stiles, δε φτάνουν για να βγάλουν τη ταινία του Jamie Thraves από τη μετριότητα που το ρίχνουν ο απελπιστικά αργός ρυθμός, το κακογραμμένο σενάριο και η απαστράπτουσα δια της απουσίας της, μουσική του Jeff Danna.

 

5/10

 

5 Ιουλίου 2010

Hot Tub Time Machine review

hot_tub_time_machineΟι χρυσές μέρες των, σχεδόν αποκλειστικά, αμερικανοστοχευθέντων κωμωδιών συνεχίζεται με τη νέα ταινία του Steve Pink, σκηνοθέτη του “κολεγιακού” Accepted.

Τρεις μεσήλικες που κάποτε ήταν κολλητοί φίλοι αλλά με το καιρό χάθηκαν, αναγκάστηκαν να ξαναβρεθούν όταν ένας από αυτούς παραλίγο να αυτοκτονήσει (κατά λάθος;). Μην έχοντας κανέναν άλλον στη ζωή του, αναλαμβάνουν οι φίλοι του να του φτιάξουν το κέφι και μαζί με τον 20χρονο geek ανιψιό ενός των τριών, πηγαίνουν σε ένα θέρετρο που διασκέδασαν με τη ψυχή του στα νιάτα τους. Μόνο που το θέρετρο μετά από 20 χρόνια έχει σχεδόν εγκαταλειφτεί. Μην έχοντας να κάνουν κάτι καλύτερο, μπαίνουν στο παλιό τζακούζι και το ρίχνουν στο πιοτό. Κάτι συμβαίνει και ξυπνάνε, 20 χρόνια πριν! Πως βρεθήκαν εκεί, τι πρέπει να κάνουν για να γυρίσουν αλλά και ταυτόχρονα να μη καταστρέψουν το μέλλον κάνοντας κάποια βλακεία στο παρελθόν, όπως και ποιός είναι ο περίεργος μάστορας που είπε ότι ήρθε να φτιάξει το τζακούζι, μένει να τα μάθουν στη πορεία… hot_tub_time_machine01

Ακόμα μια κωμωδία που δε καταφέρνει να σε κάνει να γελάσεις; Ναι και όχι, αφού δυστυχώς κατάφερα να γελάσω μόλις 1-2 φορές σε όλη τη διάρκεια αλλά ταυτόχρονα δεν ένοιωσα να προσβάλλει τη νοημοσύνη μου όπως τόσες άλλες. Έξυπνο σενάριο παρά το αλλοπρόσαλλο concept που εξετάζει το what if scenario, χωρίς να πλασάρει κάποιο φτηνιάρικο, επιτηδευμένο ηθικό δίδαγμα αλλά απλά διασκεδάζει με την ανόητη αθωότητα του. Έξυπνη παρουσίαση των ‘80s χωρίς να τα ξεφτιλίζει, με πολύ καλό soundtrack εποχής μεταξύ των οποίων INXS, Salt-N-Pepa, David Bowie, Mötley Crüe αλλά και μερικά καινούρια τραγούδια ενσωματωμένα με διασκεδαστικότατο τρόπο από Enrique Iglesias και Black Eyes Peas.

Οι τετράδα των ιδιαίτερα ταλαντούχων πρωταγωνιστών John Cusack, Craig Robinson, Rob Corddry και Clark Duke μαζί με τις πανέμορφες θηλυκές παρουσίες των Lyndsy Fonseca και Lizzy Caplan αλλά και τους μικρούς χαρακτηριστικούς ρόλους των Chevy Chase και Crispin Glover δίνουν πραγματικά ότι μπορούν αλλά όσο και να προσπαθούν, η ιστορία είναι ουσιαστικά τόσο μικρή που θα βαρεθείτε αρκετές φορές, έστω και όχι σε βαθμό ώστε να επιθυμείτε διακαώς να το παρατήσετε.

hot_tub_time_machine10

Μερικές αστείες ατάκες, ένα παλαβιάρικο σενάριο χωρίς όμως ιδιαίτερη εξυπνάδα, και μόλις πέρασε άλλο ένα σχετικά εύκολο 90λεπτο που μικρή διαφορά θα μου έκανε και να μην το έβλεπα.

 

5,5/10

 

2 Ιουλίου 2010

Ondine review

ondineΌταν πριν αρκετούς μήνες είχα δει το trailer μιας ταινίας που δεν είχα ξανακούσει, είχα ενθουσιαστεί τόσο που περίμενα το Ondine με μεγάλη ανυπομονησία. Ήμουν τόσο πεπεισμένος για την ποιότητά της…κρίμα γιατί οι δημιουργοί της έκαναν τα πάντα για να με απογοητεύσουν.

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό ψαροχώρι της Ιρλανδίας, ο Syracuse είναι ένας ψαράς που δεν έχει την εκτίμηση των συμπολιτών του, αφού όλοι τον φωνάζουν Circus λόγω της τραγικής κατάστασης που βρισκόταν όντας αλκοολικός, αλλά νηφάλιος εδώ και δύο χρόνια. Με μικρές ψαριές και ζώντας σε μια καλύβα έχει καταφέρει να μείνει νηφάλιος για χάρη της κόρης του που πάσχει από νεφρική ανεπάρκεια και χρειάζεται συχνές αιμοκαθάρσεις και αφού η πρώην γυναίκα του είναι ακόμα σε μια συνεχή μέθη, ο Syracuse έπρεπε να είναι νηφάλιος για να βρίσκεται δίπλα της όταν αυτή τον χρειαστεί. Σε μια ψαριά του, βρίσκει στα δίχτυα του μια γυναίκα. Η γυναίκα κρύβεται από όλους, δε ξέρει το όνομά της και δε θέλει να τη δει κανείς. Ο Syracuse διηγείται την ιστορία του στη κόρη του και του λέει ότι η γυναίκα είναι μια Selkie, κάτι σαν γοργόνα της Ιρλανδικής μυθολογίας. Ο φόβος της Ondine σιγά σιγά μειώνεται, βγαίνει στη στεριά και όλοι τη φωνάζουν, το πλάσμα της θάλασσας. Μέχρι που ένας άντρας αρχίζει να τη ψάχνει. Είναι ο Selkie σύζυγος που αναφέρει η μυθολογία ή κάποιος άλλος… ondine08

Τι είναι το Ondine, ένα παραμύθι σε ρεαλιστικό περιβάλλον ή ένα ρομαντικό δράμα με στοιχεία παραμυθιού. Και τα δύο και τίποτα από τα δύο. Το σκηνικό σε συνδυασμό με τις υποιστορίες είναι υπερβολικά ρεαλιστικό για να ταιριάξει το παραμύθι της γοργόνας ενώ ταυτόχρονα ο ρυθμός και το σενάριο έχει υπερβολικά παραμυθένια πλοκή ώστε να μας ενδιαφέρει το δραματικό μέρος. όλα αυτά σε συνδυασμό με το απίστευτα κακογραμμένο σενάριο με μερικές πραγματικά τραγικά γελοίες γραμμές διαλόγου κάνουν το Ondine να υποφέρει από κρίση ταυτότητας. Δυστυχώς όμως τα αρνητικά δε σταματάν’ εδώ. Η σκηνοθεσία του Neil Jordan μοιάζει σχεδόν ερασιτεχνική ενώ ταυτόχρονα δε καταφέρνει σε καμιά περίπτωση να μας κρατήσει σε ενδιαφέρον για σχεδόν ολόκληρη ταινία παίζοντας με το ερώτημα αν η Ondine είναι γοργόνα ή όχι. Όσο για τις ερμηνείες, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα μιας και ο Colin Farrell είναι τραγικά κακός και σίγουρα κακή επιλογή για το ρόλο με την νεαρή Πολωνή Alicja Bachleda να είναι ακόμα χειρότερη. ondine06

Είναι όλα τόσο τραγικά; Μάλλον ναι, γιατί η ερμηνεία της μικρής Alison Barry στο ρόλο της κόρης και λίγες παραδοσιακές Ιρλανδικές μουσικές δε φτάνουν για να βελτιώσουν τη κατάσταση εκτός από το να αντέξετε, με το ζόρι, μέχρι το τέλος της ταινίας. Ο Ιρλανδός πολύπειρος σκηνοθέτης τα κάνει μαντάρα. Βάζει στη κατσαρόλα λίγο από Ondine της Γερμανικής μυθολογίας, λίγο από Selkie της Ιρλανδικής μυθολογίας, λίγο μη-ρεαλιστικό love story, μερικά όμορφα τοπία και βγάζει μια ταινία που με το ζόρι αντέχεις να δεις μέχρι το τέλος.

 

4,5/10

 

1 Ιουλίου 2010

Mr. Nobody review

Mr Nobody http://teaser-trailer.comΜια φορά και έναν καιρό, ένας Βέλγος σκηνοθέτης ονόματι Jaco Van Dormael είχε κάνει το μεγάλο μπαμ στο φεστιβάλ των Καννών του 1991 κερδίζοντας τη Χρυσή Κάμερα και το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου με τη ταινία Toto the Hero. Λίγα χρόνια αργότερα γίνεται ακόμα πιο ευρέως γνωστός με το The Eighth Day και από το 1996 έχουμε χάσει τα ίχνη του μέχρι σήμερα. Ο Van Dormael κάνει τη μεγάλη επιστροφή με μια πολυεθνική συμπαραγωγή, μεγάλου budget και εκλεκτό cast και μας πιάνει…με κατεβασμένα τα παντελόνια, αφού λίγοι περίμεναν μια ταινία με τον, όχι και τόσο εμπνευσμένο, τίτλο Mr. Nobody να προκαλέσει τόσο έντονα τις αισθήσεις μας αλλά και το μυαλό μας. mrnobody23

Δεν είναι καθόλου εύκολο να παρουσιάσεις ακόμα και ένα γενικό plot του Mr Nobody. Ο Nemo Nobody είναι ο τελευταίος θνητός άνθρωπός στο πλανήτη το έτος 2092 αφού έχει νικηθεί η γήρανση των κυττάρων και ο προσεχής θάνατός του 117χρονου έχει γίνει το γεγονός της χρονιάς. Ο Nemo Nobody είναι ένας 35χρονος οικογενειάρχης με τρία παιδιά. Ο Nemo Nobody είναι ένας απογοητευμένος νέος που περιμένει εδώ και χρόνια την Anna του στο φάρο. Είναι ένας 15χρονος που ερωτεύεται τη συνομήλικη κόρη του θετού πατέρα του. Είναι ένας 15χρονος που φοβάται το νερό. Ο Nemo Nobody δεν είναι τίποτα από αυτά και είναι όλα αυτά αλλά είναι κυρίως ένα 9χρονο αγόρι που πρέπει να αποφασίσει ποιο δρόμο θα πάρει μετά το διαζύγιο των γονιών του. Το φαινόμενο της πεταλούδας, η προκατάληψη των περιστεριών, οι χαμένες διαστάσεις μετά το Big Bang και κυρίως η διάσταση του χρόνου σε συνδυασμό με τον φανταστικό Άγγελο της Λησμονιάς που στιγματίζει κάθε παιδί πριν γεννηθεί αλλά ξέχασε τον μικρό Nemo, και φυσικά η αγάπη, ταιριαστή ή αταίριαστη, ενήλικη ή έφηβη, με ή χωρίς ανταπόκριση είναι τα συστατικά με τα οποία καταπιάνεται και πλέκει μια εξαίσια ιστορία που δένει αρμονικά στο τέλος με ένα φινάλε που σε κάνει να θες να την ξαναδείς από την αρχή.

Υποβόσκοντα σουρεαλιστικά στοιχεία με έντονους χρωματισμούς και συχνές εναλλαγές ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό όπως μπορεί να το τυποποιήσει ο ανθρώπινος νους, πανέξυπνη χρήση θεωριών της φυσικής και βιολογίας που ειρωνικά προσδίδουν ένα υπερφυσικό χαρακτήρα και πραγματικά τεράστιες ποσότητες ανεξάντλητης αγάπης είναι οι σκηνοθετικοί άσσοι στο μανίκι του Van Dormael και αν και τους περισσότερους από αυτούς τους χρησιμοποιεί δημιουργικά, σε μερικούς το παρακάνει. Μαεστρικά πλέκει το πρώτο μέρος που μάλλον δε καταλαβαίνουμε σχεδόν τίποτα με χαρακτήρες να αλλάζουν ηλικίες, σχέσεις, καταστάσεις και έναν “τηλε-επιστήμονα” να εμφανίζεται κάθε λίγο και να μας περιγράφει περί της δημιουργίας του σύμπαντος αλλά και το τέλος αυτού και ένα περιστέρι να προσπαθεί στην εισαγωγική σκηνή να πιάσει τη τροφή του. Ακαταλαβίστικα αλλά τόσο έξυπνα πλεγμένα ώστε να λαχταράς να δεις παρακάτω. Και ενώ σιγά σιγά αρχίζεις να υποψιάζεσαι τι περίπου συμβαίνει, οι πολλαπλές ιστορίες με τις τρεις γυναίκες, με τη κάθε μία να έχει ακόμα περισσότερα παρακλάδια και όλες αυτές να έχουν κοινό παρανομαστή την αγάπη, αρχίζουν να κουράζουν με τη μεγάλη διάρκειά τους και την απομάκρυνση από την γοητευτικά ακαταλαβίστική φύση της εισαγωγής. Κάθε άλλο παρά ανούσιες είναι όλες οι ιστορίες αλλά δεν έχουν να πουν κάτι το διαφορετικό και η επιμονή του σκηνοθέτη να μας δείξει σχεδόν κάθε οπτική της κάθε “επιλογής” προκαλεί σημάδια κούρασης. Και δυστυχώς αυτή η διάρκεια είναι αρκετά μεγάλη, ίσως μεγαλύτερη και από εξήντα λεπτά με τις φυσικές διακυμάνσεις προς τα κάτω ή προς τα πάνω. Η αφαίρεση τουλάχιστον ένα εικοσαλέπτου από τα συνολικά 134 λεπτά της ίσως ήταν ιδανική λύση για μια πιο εύκολη θέαση αλλά όταν γνωρίζεις ότι η πρώτη κόπια ήταν αρκετά μεγαλύτερη και αυτή η έκδοση είναι ήδη κομμένη, καταλαβαίνεις ότι ένα ακόμα μεγαλύτερο μοντάζ θα προκαλούσε την αντίδραση του σκηνοθέτη. mrnobody21

Στα τεχνικά, τρία είναι τα στοιχεία που κλέβουν τη παράσταση. Το εκπληκτικό μοντάζ που είναι βασικός λόγος που σε κρατάει τόσο έντονα δεμένα με τα δρώμενα, ένα μοντάζ που μπορεί να συγκριθεί αλλά και να ξεπεράσει το αντίστοιχο που είδαμε στο Bourne Ultimatum που εντυπωσίασε με τη ταχύτητά του, μόνο που στο Mr Nobody οι εναλλαγές δεν έχουν το διαολεμένο ρυθμό μόνο κατά τη διάρκεια μιας σκηνής δράσης αλλά ολόκληρης της ταινίας. Δεν είναι τυχαίο ότι μετά από τα 6 μηνών γυρίσματα σε τρεις πόλεις του κόσμου, το post-production διήρκησε πάνω από ένα χρόνο. Το δεύτερο συστατικό που έκανε τη διαφορά είναι η μουσική συμπεριλαμβανομένων και των “έτοιμων” τραγουδιών με τα τελευταία να περιλαμβάνουν κομμάτια των 50s όπως το Everyday της Buddy Holly, το Mister Sandman των The Chordettes, μέχρι τα 80s και το Sweet Dreams των Eurythmics και το Where is my Mind των Pixies αλλά τις εξίσου, αν όχι καλύτερες, μουσικές συνθέσεις του Pierre Van Dormael, τον οποίο δεν είχα τη τύχη να ξανακούσω και δυστυχώς ούτε θα ξαναέχω αφού πέθανε λίγο μετά την ολοκλήρωση της ταινίας. Πραγματικά εξαίσιες, αξίζει να μπείτε στο official site της ταινίας, και να αφήσετε το κεντρικό theme του soundtrack να παίζει ξανά και ξανά και ξανά σε loop. Όσο για το τρίτο συστατικό, αυτό είναι η ερμηνεία του Nemo Nobody και από τους τρεις ηθοποιούς που τον υποδύονται, τον μικρό Thomas Byrne, τον έφηβο Toby Regbo (που θα δούμε σύντομα στο τελευταίο Harry Potter ως νεαρό Dumbledore) και κυρίως τον Jared Leto που τον βλέπουμε να αφήνει για λίγο τις μουσικές του ασχολίες με τους 30 Seconds to Mars και να επιστρέφει σε μια ερμηνεία που μπορεί να συγκριθεί στα ίσια με την αντίστοιχη του Requiem for a Dream. Σχεδόν εξίσου καλές και οι συμπρωταγωνίστριες Diane Kruger, Sarah Polley και Juno Temple όπως και ο γνωστός Άγγλος καρατερίστας Rhys Ifans. Ιδιαίτερη μνεία σε ένα cameo που ξάφνιασε, αυτό της Chiara Caselli ως ζητιάνα. mrnobody19

Δε μπορώ να βάλω σε μια ζυγαριά τα συν και τα πλην γιατί εδώ το αρνητικό μπορεί να είναι μόνο ένα σε σύγκριση με τα άφθονα, εντυπωσιακά θετικά αλλά όταν το αρνητικό είναι η οριακή πρόκληση βαρεμάρας σε ένα μεγάλο της διάρκειάς της, δε μπορείς να το παραβλέψεις. Κάνεις δε πρέπει να χάσει το Mr Nobody, και το εννοώ. Μπορεί η μεγάλη διάρκειά του να σας κουράσει αλλά μόλις τελειώσει θα θέλετε να το ξαναδείτε. Ελπίζω να μη χρειαστεί να περιμένουμε άλλα 13 χρόνια μέχρι να δούμε την επόμενη ταινία του Van Dormael γιατί κέρδισε επάξια μια θέση στο πάνθεον των Ευρωπαίων σκηνοθετών.

 

7/10

 

Related Posts with Thumbnails