10 Νοεμβρίου 2010

Darfur review

image

Τελικά δε βάζω μυαλό. Ακόμα δε μπορώ να εξηγήσω γιατί, αλλά επιμένω να βλέπω όσο περισσότερες ταινίες του Herr Doktor Uwe Boll, ίσως θέλω να δω πόσο πιο χαμηλά θα πέσει. Όπως μπορείτε να φανταστείτε, καταπιάνεται με την πολυξακουσμένη αλλά ουσιαστικά άγνωστη στους περισσότερούς μας, σφαγή στο Νταρφούρ, ένα μικρό σουλτανάτο στα δυτικά του Σουδάν. Με λίγα λόγια πρόκειται για τη μαζική εξόντωση των μαύρων Αφρικανών της περιοχής από τους Σουδανούς Άραβες. Η “μάχη” μαίνεται από το 2003 και πάνω από 300000 άμαχοι έχουν σφαγιαστεί αδιακρίτως ηλικίας και φύλου.

imageΤο Darfur (ή Attack on Darfur) ακολουθεί μια ομάδα αμερικάνων δημοσιογράφων που έχουν πάει στη περιοχή για να καταγράψουν τις θηριωδίες και να μιλήσουν με τους κατοίκους. Με τη συνοδεία του λοχαγού Jack Tobamke της A.U. (African Union) που βρίσκεται στη περιοχή ως παρατηρητής και με ιδιαίτερη προσοχή, μεταφέρονται στο μικρό χωριό Nabagaia, κάπου στη μέση της ερήμου, το τελευταίο χωριό που έχει επιζήσει από τις επιθέσεις των αράβων πολεμιστών Janjaweed, που έγιναν γνωστοί για τις σφαγές, τους βιασμούς και τις κακοποιήσεις που διαπράττουν. Οι 6 δημοσιογράφοι μαζί με τον Tobamke, φτάνουν στο χωριό και με τη πίεση του χρόνου μαθαίνουν για τη πραγματική γενοκτονία, μιλάνε με τους κατοίκους, τους λένε συγκλονιστικές λεπτομέρειες όπως ο βιασμός ώστε να μολύνουν τις γυναίκες με AIDS. Όμως οι Janjaweed τους προλαβαίνουν αλλά αυτοί αποφασίζουν να μείνουν στο χωριό πιστεύοντας ότι μπροστά σε δημοσιογράφους δε θα τολμούσαν να κατακρεουργήσουν άλλο ένα χωριό. Όμως οι Άραβες τους διώκουν κακήν-κακώς και αναγκαστικά μπαίνουν στα αυτοκίνητα και παίρνουν το δρόμο προς το γυρισμό ουσιαστικά καταδικάζοντας το χωριό. Οι τύψεις μερικών από τους δημοσιογράφους είναι τόσο πολλές που αναγκάζονται να αντιδράσουν. Δύο από αυτούς, μαζί με τον Tobamke επιστρέφουν στο χωριό για να σώσουν ότι μπορούν…

image

Η ταινία είναι ξεκάθαρα χωρισμένη σε 3 acts με εντελώς διαφορετικό ύφος το ένα από το άλλο με μόνο κοινό την handheld camera στη οποία έχει καταφύγει ο Boll στις τελευταίες του ταινίες για ρεαλιστικούς λόγους, όπως ο ίδιος δήλωσε. Το πρώτο μέρος είναι ένα καθαρά δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ με τους δημοσιογράφους να οδηγούνται στο χωριό ενώ ταυτόχρονα να μας παρουσιάζεται η καθημερινότητα των χωρικών. Οι δημοσιογράφοι φτάνουν και μέσω των συνεντεύξεων που παίρνουν από τους κατοίκους, μαθαίνουμε πολλές πληροφορίες για το πόλεμο του Νταρφούρ, τις θηριωδίες των Αράβων και γενικά πολλές πληροφορίες, ιδιαιτέρα χρήσιμες για αυτούς που δε ξέρουν και πολλά για το θέμα. Όντας ένας από τους τελευταίους, το συγκεκριμένο μέρος που έδωσε με πολύ έξυπνο τρόπο όλο το background που δε γνώριζα. Όμως ο Boll, υπερεκτίμησε τους ηθοποιούς του και ουσιαστικά έκανε το γύρισμα χωρίς σενάριο. Αντίθετα, για λόγους ρεαλισμού, πήρε πραγματικούς Σουδανούς που έζησαν το πόλεμο και έβαλε τους ηθοποιούς του να τους πάρουν συνέντευξη. Αξιοπρόσεκτη προσπάθεια για αποτύπωση με μέγιστο ρεαλισμό αλλά το όλο εγχείρημα του γύρισε μπούμερανγκ λόγω…αταλαντοσύνης. Μπορεί το cast να είναι σχετικά γνωστό αλλά δε φημίζεται για το ταλέντο του και τόσο οι ερωτήσεις που έκαναν στους χωρικούς, όσο και ο τρόπος αντίδρασής τους σε αυτές αλλά κυρίως ο τρόπος αφήγησής από τους ίδιους τους χωρικούς που έπρεπε να υποδυθούν τη ζωή τους, είναι παντελώς μη πιστευτή όσο αληθινά και αν είναι ή προσπαθεί να μας πείσει ο σκηνοθέτης ότι είναι.

imageΤο δεύτερο μέρος αποδεικνύει περίτρανα τη μεγαλομανία του σκηνοθέτη. Δεν του έφτανε ότι ήδη είχε στα χέρια του ένα τόσο τραγικό και σκληρό θέμα, έπρεπε να το παρουσιάσει οπτικά με το πιο σκληρό και σοκαριστικό τρόπο. Βιασμοί, ακρωτηριασμοί, δολοφονίες παιδιών, μέχρι και “παλούκωμα” βρέφους! Απίστευτα σκληρές σκηνές που μπορεί, εν μέρη, να έχουν λόγο παρουσίας για ψυχολογικούς ή μάλλον ψυχοβγαλτικούς λόγους αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο Boll ξέφυγε από τα όριο της υπερβολής. Η αποχώρηση των δημοσιογράφων από το χωριό που ουσιαστικά το καταδίκασε, ήταν η πιο συγκλονιστική σκηνή αφού πολλές φορές η απουσία διαλόγου είναι πολύ καλύτερη από τη παρουσία του. Και κάπου εκεί, ένας από αυτούς (εντελώς τυχαία ο μικροκαμωμένος Σκοτσέζος!) ξεσπάει και αποφασίζει να αντιδράσει. Όση ανθρωπιά και να έχω, δε μπορώ να πιστέψω ότι ένας έμπειρος δημοσιογράφος θα έπαιρνε ένα όπλο και θα πήγαινε να το παίξει John Rambo εναντίον ολόκληρης ομάδας πολεμιστών, οπλισμένοι μέχρι τα μπούνια. Ακόμα όμως και αυτός ο παραλογισμός που χαλάει πολύ μεγάλο μέρος του ρεαλισμού, έχει ένα άκρως ικανοποιητικό και κινηματογραφικό φινάλε που όμως δεν αθωώνει την επιλογή του Ράμπο δημοσιογράφου.

Για δεύτερη φορά μετά το Heart of America, ο γερμανός σκηνοθέτης μας αποδεικνύει ότι δεν είναι εντελώς παρανοϊκός αλλά έχει και κάποιο ταλέντο και πραγματικά αγαπάει αυτό που κάνει. Ενώ κάθε act έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι πλημυρισμένο από λάθη ή υπερβολικές επιλογές που δε μπορεί να αποδεχτεί το κοινό. Ακόμα και έτσι όμως, είναι μια ταινία που, αν έχετε γερό στομάχι, αξίζει να δείτε, έστω και μόνο τον δυνατό, σκληρό, βασανιστικό ρεαλισμό που την διέπει στη μεγαλύτερή της διάρκεια.

5/10

 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts with Thumbnails